Σάββατο, 18 Μάιος 2024, 8:16 πμ
Ιστότοπος: Σχολή Πολιτικής Αεροπορίας
Μάθημα: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms /ABRIVIATION LIST (ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΔΕΚ (ΑΤΜ))
Γλωσσάριο: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms
A
ab initio air traffic controllerδόκιμος ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας
|
ab initio ATCOδόκιμος ΕΕΚ
|
abeam (a point)στο ύψος (ενός σημείου), δίπλα (στο σημείο), παραπλεύρως (του σημείου)
|
abnormal situationασυνήθης κατάσταση
|
abort (to)ματαιώνω
|
above ground level // AGLυπεράνω της στάθμης εδάφους
|
above mean sea level // AMSLυπεράνω της μέσης στάθμης θάλασσας
|
accelerate-stop distance available // ASDAδιαθέσιμη απόσταση επιτάχυνσης - ακινητοποίησης
"acceptable level of safety
|
acceptable means of compliance // AMCαποδεκτά μέσα συμμόρφωσης
|
acceptance // ACPαποδοχή
|
accepting controllerαποδεχόμενος ελεγκτής
|
accepting unitαποδεχόμενη μονάδα
|
accepting unit/controllerαποδεχόμενη μονάδα/ελεγκτής
|
accidentατύχημα
|
accident data reporting // ADREPαναφορά δεδομένων ατυχήματος
|
accountable executiveυπόλογο διευθυντικό στέλεχος
|
accredited medical conclusionπιστοποιημένη ιατρική γνωμάτευση
|
accredited representativeδιαπιστευμένος αντιπρόσωπος
|
accuracyορθότητα
|
achieved with independenceανεξάρτητα επιτευγμένος
|
acknowledge (to)επιβεβαιώνω λήψη
|
acknowledgementεπιβεβαίωση λήψης
|
acquire (to)αποκτώ
|
acrobatic flightακροβατική πτήση
|
act (to)δρω
|
action verb(s)ρήμα(τα) δράσης, ρήμα(τα) ενέργειας
|
active runwayεν ενεργεία διάδρομος
|
active standενεργός θέση [στάθμευσης]
|
actual time of departure // ATDπραγματικός χρόνος αναχώρησης
|
adjacent approach(-es)παρακείμενη(-ες) προσέγγιση(-εις), διπλανή(-ές) προσέγγιση(-εις)
|
adjacent sectorπαρακείμενος τομέας, διπλανός τομέας
|
adjacent unitπαρακείμενη μονάδα, διπλανή μονάδα
|
adjust (to)ρυθμίζω
|
ADS-C agreementσυμφωνία ADS-C
|
advanced emission model // AEMπροηγμένο μοντέλο εκπομπών, προηγμένο πρότυπο εκπομπών
|
advanced surface movement guidance and control system // ASMGCSπροηγμένο σύστημα καθοδήγησης και ελέγχου κινήσεων επιφανείας
|
advection fogομίχλη μεταφοράς
|
adviserσύμβουλος
|
advisory airspaceσυμβουλευτικός εναέριος χώρος
|
advisory areaσυμβουλευτική περιοχή
|
advisory routeσυμβουλευτική διαδρομή
|
advisory service // ADVSσυμβουλευτική υπηρεσία
|
aerial workεναέρια εργασία
|
aerodromeαεροδρόμιο
|
aerodrome beaconφάρος αεροδρομίου
|
aerodrome certificateπιστοποιητικό αεροδρομίου
|
aerodrome control serviceυπηρεσία ελέγχου αεροδρομίου
|
aerodrome control tower // TWRπύργος ελέγχου αεροδρομίου
|
aerodrome elevationυψόμετρο αεροδρομίου
|
aerodrome emergency plan // AEPσχέδιο έκτακτης ανάγκης αεροδρομίου
|
aerodrome equipmentεξοπλισμός αεροδρομίου
|
aerodrome identification signπινακίδα αναγνώρισης αεροδρομίου
|
aerodrome operating minimaεπιχειρησιακά ελάχιστα αεροδρομίου, λειτουργικά ελάχιστα αεροδρομίου
|
aerodrome operations // AOλειτουργίες αεροδρομίου
|
aerodrome reference point // ARPσημείο αναφοράς αεροδρομίου
|
aerodrome routine meteorological report // METARσυνήθης μετεωρολογική αναφορά αεροδρομίου, τακτική μετεωρολογική αναφορά αεροδρομίου
|
aerodrome special meteorological report // SPECIειδική μετεωρολογική αναφορά αεροδρομίου, έκτακτη μετεωρολογική αναφορά αεροδρομίου
|
aerodrome surveillance radar // ASRρανταρ επιτήρησης αεροδρομίου
|
aerodrome target identification system // ATIDSσύστημα αναγνώρισης στόχων αεροδρομίου
|
aerodrome taxi circuitκύκλος τροχοδρόμησης αεροδρομίου
|
aerodrome taxi timeχρόνος τροχοδρόμησης αεροδρομίου
|
aerodrome trafficκυκλοφορία αεροδρομίου
|
aerodrome traffic circuitκύκλος κυκλοφορίας αεροδρομίου
|
aerodrome traffic densityπυκνότητα κυκλοφορίας αεροδρομίου
|
aerodrome traffic zone // ATZζώνη κυκλοφορίας αεροδρομίου
|
aerodrome visibility operational levelεπιχειρησιακό επίπεδο ορατότητας αεροδρομίου
|
aeronautical beaconαεροναυτικός φάρος
|
aeronautical fixed service // AFSαεροναυτική σταθερή υπηρεσία
|
aeronautical fixed stationαεροναυτικός σταθερός σταθμός
|
aeronautical fixed telecommunication network // AFTNαεροναυτικό σταθερό τηλεπικοινωνιακό δίκτυο
|
aeronautical ground light // AGLεπίγειο αεροναυτικό φως
|
aeronautical information circular // AICεγκύκλιος αεροναυτικών πληροφοριών
|
aeronautical information publication // AIPεγχειρίδιο αεροναυτικών πληροφοριών
|
aeronautical information regulation and control // AIRACρύθμιση και έλεγχος αεροναυτικών πληροφοριών
|
aeronautical information service // AISυπηρεσία αεροναυτικών πληροφοριών
|
aeronautical mobile satellite service // AMSSαεροναυτική κινητή δορυφορική υπηρεσία
|
aeronautical mobile serviceαεροναυτική κινητή υπηρεσία
|
aeronautical radio navigation service (RR S1.46)υπηρεσία αεροναυτικής ραδιοπλοήγησης
|
aeronautical stationαεροναυτικός σταθμός
|
aeronautical telecommunication agencyφορέας αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών
|
aeronautical telecommunication network // ATNδίκτυο αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών
|
aeronautical telecommunication serviceυπηρεσία αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών
|
aeronautical telecommunication stationσταθμός αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών
|
aeroplaneαεροπλάνο
|
aeroplane reference field lengthμήκος πεδίου αναφοράς αεροπλάνου
|
aftπρυμναίο
|
AFTN priority indicatorενδείκτης προτεραιότητας AFTN
|
agreed reporting pointσυμφωνημένο σημείο αναφοράς
|
aiding unit (in the context of contingency)βοηθητική μονάδα
|
aileronπηδάλιο κλίσης
|
aimσκοπός
|
air bleedαπομάστευση αέρα
|
air brakeαερόφρενο
|
air carrierαερομεταφορέας
|
air displayαεροπορική επίδειξη
|
air filed flight plan // AFILσχέδιο πτήσης κατατεθειμένο εν πτήσει, σχέδιο πτήσης κατατεθειμένο από αέρος
|
air interceptionαναχαίτιση
|
air navigationαεροναυτιλία, αεροπλοήγηση
|
air navigation plans // ANPσχέδια αεροναυτιλίας
|
air navigation service provider // ANSPπάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας, φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας, παροχέας υπηρεσιών αεροναυτιλίας // ΦΠΥΑΝ
|
air navigation services // ANSυπηρεσίες αεροναυτιλίας, υπηρεσίες αεροπλοήγησης
|
air report // AIREPαναφορά εν πτήσει
|
air route facilitiesδιευκολύνσεις εναέριας διαδρομής
|
air safety report // ASRαναφορά εναέριας ασφάλειας
|
air serviceαεροπορική υπηρεσία
|
air showαεροπορική επίδειξη
|
air speedταχύτητα αέρα
|
air trafficεναέρια κυκλοφορία // ΕΚ
|
air traffic advisory serviceσυμβουλευτική υπηρεσία εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control // ATCέλεγχος εναέριας κυκλοφορίας // ΕΕΚ
|
air traffic control clearanceεξουσιοδότηση ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control instructionοδηγία ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control loopλειτουργικός κύκλος ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control sectorτομέας ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control serviceυπηρεσία ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control unitμονάδα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic controller // ATCOελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας // ΕΕΚ
|
air traffic controllers european unions coordination // ATCEUCσυντονισμός ευρωπαϊκών ενώσεων ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic flow and capacity management // ATFCMδιαχείριση [της] ροής και [της] χωρητικότητας [της] εναέριας κυκλοφορίας // ΔΙΡΧΕΚ
|
air traffic flow management // ATFMδιαχείριση [της] ροής [της] εναέριας κυκλοφορίας // ΔΙΡΕΚ
|
air traffic flow management departure slotχρονοθυρίδα διαχείρισης [της] ροής [της] εναέριας κυκλοφορίας για αναχώρηση
|
air traffic flow management measureμέτρο διαχείρισης [της] ροής [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management / air navigation services // ATM/ANSδιαχείριση εναέριας κυκλοφορίας / υπηρεσίες αεροναυτιλίας // ΔΕΚ/ΥΑΝ
|
air traffic management / air navigation services constituentsσυστατικά στοιχεία διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας / υπηρεσιών αεροναυτιλίας
|
air traffic management / air navigation services systemσύστημα διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας / υπηρεσιών αεροναυτιλίας
|
air traffic management // ATMδιαχείριση [της] εναέριας κυκλοφορίας // ΔΕΚ
|
air traffic management communityκοινότητα διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management functionalityλειτουργική δυνατότητα διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management master planγενικό πρόγραμμα διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management network // ATMNδίκτυο διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας // ΔΔΕΚ
|
air traffic management operational conceptγενικό επιχειρησιακό σχέδιο διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας, επιχειρησιακό σκεπτικό διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management requirements and performance panel // ATMRPPπάνελ για τις απαιτήσεις και την επίδοση της διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management service delivery management // ATMSDMδιαχείριση παράδοσης υπηρεσίας διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management systemσύστημα διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management system requirementαπαίτηση συστήματος διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic service routeδιαδρομή υπηρεσίας εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic service unit sector configurationδιάταξη τομέων μονάδας υπηρεσίας εναέριας κυκλοφορίας , συνδυασμός τομέων μονάδας υπηρεσίας εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic service(s) // ATSυπηρεσία(-ες) εναέριας κυκλοφορίας // ΥΕΚ
|
air traffic services airspace(-s)εναέριος(-οι) χώρος(-οι) υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic services reporting office // AROγραφείο αναφορών υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic services surveillance serviceυπηρεσία επιτήρησης υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic services surveillance systemσύστημα επιτήρησης υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic services unitμονάδα υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic servises message handling service // ATSMHSυπηρεσία διαχείρισης μηνυμάτων υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air transportαερομεταφορά(-ες), αεροπορική(-ές) μεταφορά(-ες), εναέρια(-ες) μεταφορά(-ες),
|
air-filed flight planαπό αέρος κατατειθέμενο σχέδιο πτήσης
|
air-ground communicationεπικοινωνία αέρος-εδάφους, αερεπίγεια επικοινωνία
|
air-ground control radio stationραδιοσταθμός ελέγχου [επικοινωνιών] αέρος-εδάφους, ραδιοσταθμός ελέγχου αερεπίγειων επικοινωνιών
|
air-report // AIREPεν πτήσει αναφορά, από αέρος αναφορά
|
air-taxiingαεροτροχοδρόμηση
|
air-to-ground communicationεπικοινωνία αέρος-εδάφους
|
AIRAC supplement // AIRAC SUPσυμπλήρωμα AIRAC
|
airborneαερομεταφερόμενος (επί αεροσκάφους), εν πτήσει (στον αέρα)
|
airborne collision avoidance system // ACASαερομεταφερόμενο σύστημα αποφυγής σύγκρουσης, σύστημα αεροσκάφους για αποφυγή σύγκρουσης
|
airborne separation assistance system // ASASαερομεταφερόμενο σύστημα υποβοήθησης διαχωρισμού, σύστημα αεροσκάφους για υποβοήθηση διαχωρισμού
|
airbridgeγέφυρα επιβίβασης, φυσούνα
|
aircraftαεροσκάφος
|
aircraft addressδιεύθυνση αεροσκάφους
|
aircraft avionicsηλεκτρονικός εξοπλισμός αεροσκάφους, ηλεκτρονικά συστήματα αεροσκάφους
|
aircraft callsignχαρακτηριστικό κλήσης αεροσκάφους
|
aircraft certificated for single-pilot operationαεροσκάφος πιστοποιημένο για λειτουργία με έναν χειριστή
|
aircraft classification number // ACNαριθμός κατάταξης αεροσκαφών
|
aircraft identificationχαρακτηριστικό αναγνώρισης αεροσκάφους, αναγνώριση αεροσκάφους
|
aircraft intentπρόθεση αεροσκάφους
|
aircraft lead-in lineγραμμή εισόδου [του] αεροσκάφους στη θέση στάθμευσης
|
aircraft marshallerκαθοδηγητής στάθμευσης αεροσκάφους, σηματωρός αεροσκάφους
|
aircraft observationπαρατήρηση αεροσκάφους
|
aircraft operating agencyφορέας εκμετάλλευσης αεροσκάφους, φορέας λειτουργίας αεροσκάφους
|
aircraft owner and pilot association // AOPAένωση ιδιοκτητών αεροσκαφών και πιλότων
|
aircraft proximity // AIRPROXεγγύτητα αεροσκαφών
|
aircraft refuellingανεφοδιασμός αεροσκάφους
|
aircraft registrationνηολόγιο αεροσκάφους, νηολόγηση αεροσκάφους
|
aircraft required to be operated with a co-pilotαεροσκάφος με υποχρεωτικό συγκυβερνήτη, συγκυβερνητέο αεροσκάφος
|
aircraft standθέση στάθμευσης αεροσκάφους
|
aircraft stand taxilaneτροχοδίοδος θέσεων στάθμευσης αεροσκαφών, λωρίδα τροχοδρόμησης θέσεων στάθμευσης αεροσκαφών
|
aircraft type designatorενδείκτης τύπου αεροσκάφους
|
aircraft — categoryαεροσκάφος — κατηγορία
|
aircraft — type ofαεροσκάφος — τύπος
|
aircraft-based augmentation system // ABASσύστημα φασματικής επαύξησης επί αεροσκάφους
|
airframe flood lightsπροβολείς ατράκτου
|
airlineαερογραμμή, αεροπορική εταιρεία, εναέρια γραμμή
|
airlinerαεροσκάφος γραμμής
|
airmanshipικανότητα διακυβέρνησης αεροσκάφους
|
airmet informationαερομετεωρολογικές πληροφορίες
|
airportαερολιμένας, αεροδρόμιο
|
airport authorityαερολιμενική αρχή, αρχή αεροδρομίου
|
airport coordinatorσυντονιστής αερολιμένα
|
airport integration and throughputενοποίηση και διεκπεραιωτικότητα αερολιμένων
|
airport operations plan // AOPσχέδιο λειτουργιών αερολιμένα
|
airport operatorφορέας εκμετάλλευσης αερολιμένα, φορέας λειτουργίας αερολιμένα
|
airport rescue and fire fighting services // ARFFSυπηρεσίες διάσωσης και πυρόσβεσης αεροδρομίου
|
airport slot coordinatorσυντονιστής χρονοθυρίδων αερολιμένα
|
airport surface detection equipment // ASDEεξοπλισμός επιτήρησης επιφάνειας αερολιμένα
|
airport — collaborative decision making // A-CDMσυνεργατική λήψη αποφάσεων σε επίπεδο αερολιμένα
|
airshipαερόπλοιο
|
airsideπεριοχή δραστηριοτήτων αεροσκαφών
|
airspace blockτμήμα εναέριου χώρου
|
airspace classificationκατηγοροποίηση [του] εναέριου χώρου
|
airspace designσχεδιασμός [του] εναέριου χώρου
|
airspace management // ASMδιαχείριση [του] εναέριου χώρου // ΔΕΧ
|
airspace organization and management // AOMοργάνωση και διαχείριση [του] εναέριου χώρου // ΟΔΕΧ
|
airspace reservationδέσμευση εναέριου χώρου
|
airspace restrictionπεριορισμός εναέριου χώρου
|
airspace structureδομή [του] εναέριου χώρου
|
airspace user operations // AUOλειτουργίες χρηστών [του] εναέριου χώρου
|
airspace usersχρήστες [του] εναέριου χώορυ
|
airspace users' representativeεκπρόσωπος [των] χρηστών [του] εναέριου χώρου
|
airspace utilisationχρήση [του] εναέριου χώρου
|
airwayαεροδιάδρομος, εναέριος διάδρομος
|
airworthinessαεροπλοϊμότητα
|
alarmσυναγερμός
|
aldis [signal] lampλυχνία [σημάτων] τύπου άλντις
|
alertσυνέγερση, ετοιμότητα, επιφυλακή
|
alert heightσχετικό ύψος συνέγερσης
|
alert phase // ALERFAφάση συνέγερσης
|
alerting // ALRσυνέγερση, συναγερμική ειδοποίηση
|
alerting serviceυπηρεσία συνέγερσης
|
allocate (to)κατανέμω
|
alphanumeric characters (alphanumerics)αλφαριθμητικοί χαρακτήρες
|
alphanumeric displayαλφαριθμητική απεικόνιση
|
alternate aerodromeαεροδρόμιο εναλλαγής
|
alternative means of complianceεναλλακτικά μέσα συμμόρφωσης
|
altitudeαπόλυτο ύψος
|
altocumulus // ACυψισωρείτες
|
altostratus // ASυψιστρώματα
|
ambulanceασθενοφόρο (όχημα ή αεροσκάφος)
|
analyse (to)αναλύω
|
annexπαράρτημα
|
anti-collision lightsφώτα αποφυγής σύγκρουσης
|
appendixπροσάρτημα
|
apply (to)εφαρμόζω
|
appreciate (to)καταλαβαίνω, εκτιμώ
|
approach control officeγραφείο ελέγχου προσέγγισης
|
approach control serviceυπηρεσία ελέγχου προσέγγισης
|
approach control unitμονάδα ελέγχου προσέγγισης
|
approach control unit (centre) // APPμονάδα (κέντρο) ελέγχου προσέγγισης
|
approach funnelχοάνη προσέγγισης
|
approach path monitor // APMπαρακολούθηση ίχνους προσέγγισης
|
approach procedures with vertical guidance // APVδιαδικασίες προσέγγισης με κατακόρυφη καθοδήγηση
|
approach sequenceσειρά προσέγγισης
|
approaching head-on aircraftμετωπικά προσεγγίζοντα αεροσκάφη, κατά μέτωπον προσεγγίζοντα αεροσκάφη
|
appropriate ATS authorityαρμόδια αρχή ΥΕΚ
|
appropriate authorityαρμόδια αρχή
|
approved maintenance organizationεγκεκριμένος οργανισμός συντήρησης
|
approved trainingεγκεκριμένη εκπαίδευση
|
approved training organizationεγκεκριμένος εκπαιδευτικός οργανισμός
|
apronχώρος στάθμευσης
|
apron management serviceυπηρεσία διαχείρισης χώρων στάθμευσης
|
apron taxiwayτροχόδρομος χώρου στάθμευσης
|
aquaplaningυδρολίσθηση
|
area control center // ACCκέντρο ελέγχου περιοχής // ΚΕΠ
|
area control serviceυπηρεσία ελέγχου περιοχής // ΥΕΠ
|
area navigation // RNAVπεριοχική ναυτιλία, περιοχική ναυσιπλοϊα
|
area navigation routeδιαδρομή περιοχικής ναυτιλίας, διαδρομή περιοχικής ναυσιπλοϊας
|
area proximity warning // APWπροειδοποίηση εγγύτητας περιοχής
|
arrival // ARRάφιξη
|
arrival managementδιαχείριση αφίξεων
|
arrival manager // AMANσύστημα διαχείρισης αφίξεων
|
arriving flightαφικνούμενη πτήση
|
assessmentαξιολόγηση
|
assessorαξιολογητής
|
assessor endorsement // ASRκαταχώριση αξιολογητή
|
assign (to)εκχωρώ
|
assignmentεκχώρηση
|
assist (to)βοηθώ
|
association of european airlines // AEAένωση ευρωπαϊκών αερογραμμών, ένωση ευρωπαϊκών αεροπορικών εταιρειών
|
assuranceδιασφάλιση, εγγύηση
|
ATC instructionοδηγία ΕΕΚ
|
ATC clearanceεξουσιοδότηση ΕΕΚ
|
ATC loopλειτουργικός κύκλος ΕΕΚ
|
ATC sectorτομέας ελέγχου ΕΕΚ
|
ATC serviceυπηρεσία ΕΕΚ
|
ATC unitμονάδα ΕΕΚ
|
ATFM departure slotχρονοθυρίδα ATFM για αναχώρηση, χρονοθυρίδα ΔΙΡΕΚ για αναχώρηση
|
ATFM measureμέτρο ATFM, μέτρο ΔΙΡΕΚ
|
ATM communityκοινότητα ΔΕΚ
|
ATM functionalityλειτουργική δυνατότητα ΔΕΚ
|
ATM master planγενικό πρόγραμμα ΔΕΚ
|
ATM networkδίκτυο ΔΕΚ
|
ATM operational conceptγενικό επιχειρησιακό σχέδιο ΔΕΚ, επιχειρησιακό σκεπτικό ΔΕΚ
|
ATM systemσύστημα ΔΕΚ
|
ATM system requirementαπαίτηση συστήματος ΔΕΚ
|
ATM/ANS constituentsσυστατικά στοιχεία ΔΕΚ/ΥΑΝ, συστατικά στοιχεία ATM/ANS
|
ATM/ANS systemσύστημα ΔΕΚ/ΥΑΝ, σύστημα ATM/ANS
|
atmospheric pressure at aerodrome elevation // QFEατμοσφαιρική πίεση στο υψόμετρο αεροδρομίου
|
atmospheric pressure at mean sea level // QNHατμοσφαιρική πίεση στη μέση στάθμη θάλασσας
|
ATS airspace(-s)εναέριος(-οι) χώρος(-οι) ATS, εναέριος(-οι) χώρος(-οι) ΥΕΚ
|
ATS routeδιαδρομή ATS, διαδρομή ΥΕΚ
|
ATS surveillance serviceυπηρεσία επιτήρησης ATS, υπηρεσία επιτήρησης ΥΕΚ
|
ATS surveillance systemσύστημα επιτήρησης ATS, σύστημα επιτήρησης ΥΕΚ
|
ATS unitμονάδα ATS, μονάδα ΥΕΚ
|
attitudeσυμπεριφορά, στάση
|
audio aids // Audακουστικά βοηθήματα
|
auditεπιθεώρηση
|
authority (government organization)αρχή, Υπηρεσία (με την έννοια της κρατικής διοικητικής αρχής)
|
autoland systemσύστημα τυφλής προσγείωσης αεροσκαφών
|
automatic dependent surveillance // ADSαυτόματη εξαρτημένη επιτήρηση
|
automatic dependent surveillance — broadcast // ADS-Bαυτόματη εξαρτημένη επιτήρηση — εκπομπή
|
automatic dependent surveillance — broadcast out // ADS-B outαυτόματη εξαρτώμενη επιτήρηση — εξερχόμενη εκπομπή
|
automatic dependent surveillance — contract // ADS-Cαυτόματη εξαρτώμενη επιτήρηση — σύμβαση
|
automatic dependent surveillance — contract agreementσυμφωνία αυτόματης εξαρτώμενης επιτήρησης — σύμβαση
|
automatic direction finder // ADFαυτόματο ραδιογωνιόμετρο
|
automatic direction-finding equipmentεξοπλισμός αυτόματου προσδιορισμού κατεύθυνσης, εξοπλισμός αυτόματης ραδιογωνιομετρίας
|
automatic landing system // ALSσύστημα αυτόματης προσγείωσης
|
automatic pilotαυτόματος πιλότος
|
automatic terminal information service // ATISυπηρεσία αυτόματης εκπομπής πληροφοριών τερματικής περιοχής, αυτοματοποιημένη υπηρεσία πληροφοριών τερματικής περιοχής
|
auxiliary power unitμονάδα βοηθητικής ισχύος
|
availabilityδιαθεσιμότητα
|
aviationαεροπορία, αεροπλοϊα
|
aviation crisisαεροπορική κρίση
|
aviation frequency bandζώνη συχνοτήτων αεροπορίας
|
aviation safetyαεροπορική ασφάλεια (από ακούσιους παράγοντες)
|
aviation securityαεροπορική προστασία [από έκνομες ενέργειες], αεροπορική ασφάλεια από έκνομες ενέργειες
|
avionicsηλεκτρονικά [συστήματα] αεροπορίας
|