Τετάρτη, 11 Σεπτέμβριος 2024, 2:14 μμ
Ιστότοπος: Σχολή Πολιτικής Αεροπορίας
Μάθημα: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms (ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΔΕΚ (ΑΤΜ))
Γλωσσάριο: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms
8
8,33 kHz channel spacingδιαυλοποίηση 8,33 KHz
|
A
ab initio air traffic controllerδόκιμος ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας
|
ab initio ATCOδόκιμος ΕΕΚ
|
abeam (a point)στο ύψος (ενός σημείου), δίπλα (στο σημείο), παραπλεύρως (του σημείου)
|
abnormal situationασυνήθης κατάσταση
|
abort (to)ματαιώνω
|
above ground level // AGLυπεράνω της στάθμης εδάφους
|
above mean sea level // AMSLυπεράνω της μέσης στάθμης θάλασσας
|
accelerate-stop distance available // ASDAδιαθέσιμη απόσταση επιτάχυνσης - ακινητοποίησης
"acceptable level of safety
|
acceptable means of compliance // AMCαποδεκτά μέσα συμμόρφωσης
|
acceptance // ACPαποδοχή
|
accepting controllerαποδεχόμενος ελεγκτής
|
accepting unitαποδεχόμενη μονάδα
|
accepting unit/controllerαποδεχόμενη μονάδα/ελεγκτής
|
accidentατύχημα
|
accident data reporting // ADREPαναφορά δεδομένων ατυχήματος
|
accountable executiveυπόλογο διευθυντικό στέλεχος
|
accredited medical conclusionπιστοποιημένη ιατρική γνωμάτευση
|
accredited representativeδιαπιστευμένος αντιπρόσωπος
|
accuracyορθότητα
|
achieved with independenceανεξάρτητα επιτευγμένος
|
acknowledge (to)επιβεβαιώνω λήψη
|
acknowledgementεπιβεβαίωση λήψης
|
acquire (to)αποκτώ
|
acrobatic flightακροβατική πτήση
|
act (to)δρω
|
action verb(s)ρήμα(τα) δράσης, ρήμα(τα) ενέργειας
|
active runwayεν ενεργεία διάδρομος
|
active standενεργός θέση [στάθμευσης]
|
actual time of departure // ATDπραγματικός χρόνος αναχώρησης
|
adjacent approach(-es)παρακείμενη(-ες) προσέγγιση(-εις), διπλανή(-ές) προσέγγιση(-εις)
|
adjacent sectorπαρακείμενος τομέας, διπλανός τομέας
|
adjacent unitπαρακείμενη μονάδα, διπλανή μονάδα
|
adjust (to)ρυθμίζω
|
ADS-C agreementσυμφωνία ADS-C
|
advanced emission model // AEMπροηγμένο μοντέλο εκπομπών, προηγμένο πρότυπο εκπομπών
|
advanced surface movement guidance and control system // ASMGCSπροηγμένο σύστημα καθοδήγησης και ελέγχου κινήσεων επιφανείας
|
advection fogομίχλη μεταφοράς
|
adviserσύμβουλος
|
advisory airspaceσυμβουλευτικός εναέριος χώρος
|
advisory areaσυμβουλευτική περιοχή
|
advisory routeσυμβουλευτική διαδρομή
|
advisory service // ADVSσυμβουλευτική υπηρεσία
|
aerial workεναέρια εργασία
|
aerodromeαεροδρόμιο
|
aerodrome beaconφάρος αεροδρομίου
|
aerodrome certificateπιστοποιητικό αεροδρομίου
|
aerodrome control serviceυπηρεσία ελέγχου αεροδρομίου
|
aerodrome control tower // TWRπύργος ελέγχου αεροδρομίου
|
aerodrome elevationυψόμετρο αεροδρομίου
|
aerodrome emergency plan // AEPσχέδιο έκτακτης ανάγκης αεροδρομίου
|
aerodrome equipmentεξοπλισμός αεροδρομίου
|
aerodrome identification signπινακίδα αναγνώρισης αεροδρομίου
|
aerodrome operating minimaεπιχειρησιακά ελάχιστα αεροδρομίου, λειτουργικά ελάχιστα αεροδρομίου
|
aerodrome operations // AOλειτουργίες αεροδρομίου
|
aerodrome reference point // ARPσημείο αναφοράς αεροδρομίου
|
aerodrome routine meteorological report // METARσυνήθης μετεωρολογική αναφορά αεροδρομίου, τακτική μετεωρολογική αναφορά αεροδρομίου
|
aerodrome special meteorological report // SPECIειδική μετεωρολογική αναφορά αεροδρομίου, έκτακτη μετεωρολογική αναφορά αεροδρομίου
|
aerodrome surveillance radar // ASRρανταρ επιτήρησης αεροδρομίου
|
aerodrome target identification system // ATIDSσύστημα αναγνώρισης στόχων αεροδρομίου
|
aerodrome taxi circuitκύκλος τροχοδρόμησης αεροδρομίου
|
aerodrome taxi timeχρόνος τροχοδρόμησης αεροδρομίου
|
aerodrome trafficκυκλοφορία αεροδρομίου
|
aerodrome traffic circuitκύκλος κυκλοφορίας αεροδρομίου
|
aerodrome traffic densityπυκνότητα κυκλοφορίας αεροδρομίου
|
aerodrome traffic zone // ATZζώνη κυκλοφορίας αεροδρομίου
|
aerodrome visibility operational levelεπιχειρησιακό επίπεδο ορατότητας αεροδρομίου
|
aeronautical beaconαεροναυτικός φάρος
|
aeronautical fixed service // AFSαεροναυτική σταθερή υπηρεσία
|
aeronautical fixed stationαεροναυτικός σταθερός σταθμός
|
aeronautical fixed telecommunication network // AFTNαεροναυτικό σταθερό τηλεπικοινωνιακό δίκτυο
|
aeronautical ground light // AGLεπίγειο αεροναυτικό φως
|
aeronautical information circular // AICεγκύκλιος αεροναυτικών πληροφοριών
|
aeronautical information publication // AIPεγχειρίδιο αεροναυτικών πληροφοριών
|
aeronautical information regulation and control // AIRACρύθμιση και έλεγχος αεροναυτικών πληροφοριών
|
aeronautical information service // AISυπηρεσία αεροναυτικών πληροφοριών
|
aeronautical mobile satellite service // AMSSαεροναυτική κινητή δορυφορική υπηρεσία
|
aeronautical mobile serviceαεροναυτική κινητή υπηρεσία
|
aeronautical radio navigation service (RR S1.46)υπηρεσία αεροναυτικής ραδιοπλοήγησης
|
aeronautical stationαεροναυτικός σταθμός
|
aeronautical telecommunication agencyφορέας αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών
|
aeronautical telecommunication network // ATNδίκτυο αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών
|
aeronautical telecommunication serviceυπηρεσία αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών
|
aeronautical telecommunication stationσταθμός αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών
|
aeroplaneαεροπλάνο
|
aeroplane reference field lengthμήκος πεδίου αναφοράς αεροπλάνου
|
aftπρυμναίο
|
AFTN priority indicatorενδείκτης προτεραιότητας AFTN
|
agreed reporting pointσυμφωνημένο σημείο αναφοράς
|
aiding unit (in the context of contingency)βοηθητική μονάδα
|
aileronπηδάλιο κλίσης
|
aimσκοπός
|
air bleedαπομάστευση αέρα
|
air brakeαερόφρενο
|
air carrierαερομεταφορέας
|
air displayαεροπορική επίδειξη
|
air filed flight plan // AFILσχέδιο πτήσης κατατεθειμένο εν πτήσει, σχέδιο πτήσης κατατεθειμένο από αέρος
|
air interceptionαναχαίτιση
|
air navigationαεροναυτιλία, αεροπλοήγηση
|
air navigation plans // ANPσχέδια αεροναυτιλίας
|
air navigation service provider // ANSPπάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας, φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας, παροχέας υπηρεσιών αεροναυτιλίας // ΦΠΥΑΝ
|
air navigation services // ANSυπηρεσίες αεροναυτιλίας, υπηρεσίες αεροπλοήγησης
|
air report // AIREPαναφορά εν πτήσει
|
air route facilitiesδιευκολύνσεις εναέριας διαδρομής
|
air safety report // ASRαναφορά εναέριας ασφάλειας
|
air serviceαεροπορική υπηρεσία
|
air showαεροπορική επίδειξη
|
air speedταχύτητα αέρα
|
air trafficεναέρια κυκλοφορία // ΕΚ
|
air traffic advisory serviceσυμβουλευτική υπηρεσία εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control // ATCέλεγχος εναέριας κυκλοφορίας // ΕΕΚ
|
air traffic control clearanceεξουσιοδότηση ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control instructionοδηγία ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control loopλειτουργικός κύκλος ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control sectorτομέας ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control serviceυπηρεσία ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic control unitμονάδα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic controller // ATCOελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας // ΕΕΚ
|
air traffic controllers european unions coordination // ATCEUCσυντονισμός ευρωπαϊκών ενώσεων ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic flow and capacity management // ATFCMδιαχείριση [της] ροής και [της] χωρητικότητας [της] εναέριας κυκλοφορίας // ΔΙΡΧΕΚ
|
air traffic flow management // ATFMδιαχείριση [της] ροής [της] εναέριας κυκλοφορίας // ΔΙΡΕΚ
|
air traffic flow management departure slotχρονοθυρίδα διαχείρισης [της] ροής [της] εναέριας κυκλοφορίας για αναχώρηση
|
air traffic flow management measureμέτρο διαχείρισης [της] ροής [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management / air navigation services // ATM/ANSδιαχείριση εναέριας κυκλοφορίας / υπηρεσίες αεροναυτιλίας // ΔΕΚ/ΥΑΝ
|
air traffic management / air navigation services constituentsσυστατικά στοιχεία διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας / υπηρεσιών αεροναυτιλίας
|
air traffic management / air navigation services systemσύστημα διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας / υπηρεσιών αεροναυτιλίας
|
air traffic management // ATMδιαχείριση [της] εναέριας κυκλοφορίας // ΔΕΚ
|
air traffic management communityκοινότητα διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management functionalityλειτουργική δυνατότητα διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management master planγενικό πρόγραμμα διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management network // ATMNδίκτυο διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας // ΔΔΕΚ
|
air traffic management operational conceptγενικό επιχειρησιακό σχέδιο διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας, επιχειρησιακό σκεπτικό διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management requirements and performance panel // ATMRPPπάνελ για τις απαιτήσεις και την επίδοση της διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management service delivery management // ATMSDMδιαχείριση παράδοσης υπηρεσίας διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management systemσύστημα διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic management system requirementαπαίτηση συστήματος διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic service routeδιαδρομή υπηρεσίας εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic service unit sector configurationδιάταξη τομέων μονάδας υπηρεσίας εναέριας κυκλοφορίας , συνδυασμός τομέων μονάδας υπηρεσίας εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic service(s) // ATSυπηρεσία(-ες) εναέριας κυκλοφορίας // ΥΕΚ
|
air traffic services airspace(-s)εναέριος(-οι) χώρος(-οι) υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic services reporting office // AROγραφείο αναφορών υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic services surveillance serviceυπηρεσία επιτήρησης υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic services surveillance systemσύστημα επιτήρησης υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic services unitμονάδα υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air traffic servises message handling service // ATSMHSυπηρεσία διαχείρισης μηνυμάτων υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
|
air transportαερομεταφορά(-ες), αεροπορική(-ές) μεταφορά(-ες), εναέρια(-ες) μεταφορά(-ες),
|
air-filed flight planαπό αέρος κατατειθέμενο σχέδιο πτήσης
|
air-ground communicationεπικοινωνία αέρος-εδάφους, αερεπίγεια επικοινωνία
|
air-ground control radio stationραδιοσταθμός ελέγχου [επικοινωνιών] αέρος-εδάφους, ραδιοσταθμός ελέγχου αερεπίγειων επικοινωνιών
|
air-report // AIREPεν πτήσει αναφορά, από αέρος αναφορά
|
air-taxiingαεροτροχοδρόμηση
|
air-to-ground communicationεπικοινωνία αέρος-εδάφους
|
AIRAC supplement // AIRAC SUPσυμπλήρωμα AIRAC
|
airborneαερομεταφερόμενος (επί αεροσκάφους), εν πτήσει (στον αέρα)
|
airborne collision avoidance system // ACASαερομεταφερόμενο σύστημα αποφυγής σύγκρουσης, σύστημα αεροσκάφους για αποφυγή σύγκρουσης
|
airborne separation assistance system // ASASαερομεταφερόμενο σύστημα υποβοήθησης διαχωρισμού, σύστημα αεροσκάφους για υποβοήθηση διαχωρισμού
|
airbridgeγέφυρα επιβίβασης, φυσούνα
|
aircraftαεροσκάφος
|
aircraft addressδιεύθυνση αεροσκάφους
|
aircraft avionicsηλεκτρονικός εξοπλισμός αεροσκάφους, ηλεκτρονικά συστήματα αεροσκάφους
|
aircraft callsignχαρακτηριστικό κλήσης αεροσκάφους
|
aircraft certificated for single-pilot operationαεροσκάφος πιστοποιημένο για λειτουργία με έναν χειριστή
|
aircraft classification number // ACNαριθμός κατάταξης αεροσκαφών
|
aircraft identificationχαρακτηριστικό αναγνώρισης αεροσκάφους, αναγνώριση αεροσκάφους
|
aircraft intentπρόθεση αεροσκάφους
|
aircraft lead-in lineγραμμή εισόδου [του] αεροσκάφους στη θέση στάθμευσης
|
aircraft marshallerκαθοδηγητής στάθμευσης αεροσκάφους, σηματωρός αεροσκάφους
|
aircraft observationπαρατήρηση αεροσκάφους
|
aircraft operating agencyφορέας εκμετάλλευσης αεροσκάφους, φορέας λειτουργίας αεροσκάφους
|
aircraft owner and pilot association // AOPAένωση ιδιοκτητών αεροσκαφών και πιλότων
|
aircraft proximity // AIRPROXεγγύτητα αεροσκαφών
|
aircraft refuellingανεφοδιασμός αεροσκάφους
|
aircraft registrationνηολόγιο αεροσκάφους, νηολόγηση αεροσκάφους
|
aircraft required to be operated with a co-pilotαεροσκάφος με υποχρεωτικό συγκυβερνήτη, συγκυβερνητέο αεροσκάφος
|
aircraft standθέση στάθμευσης αεροσκάφους
|
aircraft stand taxilaneτροχοδίοδος θέσεων στάθμευσης αεροσκαφών, λωρίδα τροχοδρόμησης θέσεων στάθμευσης αεροσκαφών
|
aircraft type designatorενδείκτης τύπου αεροσκάφους
|
aircraft — categoryαεροσκάφος — κατηγορία
|
aircraft — type ofαεροσκάφος — τύπος
|
aircraft-based augmentation system // ABASσύστημα φασματικής επαύξησης επί αεροσκάφους
|
airframe flood lightsπροβολείς ατράκτου
|
airlineαερογραμμή, αεροπορική εταιρεία, εναέρια γραμμή
|
airlinerαεροσκάφος γραμμής
|
airmanshipικανότητα διακυβέρνησης αεροσκάφους
|
airmet informationαερομετεωρολογικές πληροφορίες
|
airportαερολιμένας, αεροδρόμιο
|
airport authorityαερολιμενική αρχή, αρχή αεροδρομίου
|
airport coordinatorσυντονιστής αερολιμένα
|
airport integration and throughputενοποίηση και διεκπεραιωτικότητα αερολιμένων
|
airport operations plan // AOPσχέδιο λειτουργιών αερολιμένα
|
airport operatorφορέας εκμετάλλευσης αερολιμένα, φορέας λειτουργίας αερολιμένα
|
airport rescue and fire fighting services // ARFFSυπηρεσίες διάσωσης και πυρόσβεσης αεροδρομίου
|
airport slot coordinatorσυντονιστής χρονοθυρίδων αερολιμένα
|
airport surface detection equipment // ASDEεξοπλισμός επιτήρησης επιφάνειας αερολιμένα
|
airport — collaborative decision making // A-CDMσυνεργατική λήψη αποφάσεων σε επίπεδο αερολιμένα
|
airshipαερόπλοιο
|
airsideπεριοχή δραστηριοτήτων αεροσκαφών
|
airspace blockτμήμα εναέριου χώρου
|
airspace classificationκατηγοροποίηση [του] εναέριου χώρου
|
airspace designσχεδιασμός [του] εναέριου χώρου
|
airspace management // ASMδιαχείριση [του] εναέριου χώρου // ΔΕΧ
|
airspace organization and management // AOMοργάνωση και διαχείριση [του] εναέριου χώρου // ΟΔΕΧ
|
airspace reservationδέσμευση εναέριου χώρου
|
airspace restrictionπεριορισμός εναέριου χώρου
|
airspace structureδομή [του] εναέριου χώρου
|
airspace user operations // AUOλειτουργίες χρηστών [του] εναέριου χώρου
|
airspace usersχρήστες [του] εναέριου χώορυ
|
airspace users' representativeεκπρόσωπος [των] χρηστών [του] εναέριου χώρου
|
airspace utilisationχρήση [του] εναέριου χώρου
|
airwayαεροδιάδρομος, εναέριος διάδρομος
|
airworthinessαεροπλοϊμότητα
|
alarmσυναγερμός
|
aldis [signal] lampλυχνία [σημάτων] τύπου άλντις
|
alertσυνέγερση, ετοιμότητα, επιφυλακή
|
alert heightσχετικό ύψος συνέγερσης
|
alert phase // ALERFAφάση συνέγερσης
|
alerting // ALRσυνέγερση, συναγερμική ειδοποίηση
|
alerting serviceυπηρεσία συνέγερσης
|
allocate (to)κατανέμω
|
alphanumeric characters (alphanumerics)αλφαριθμητικοί χαρακτήρες
|
alphanumeric displayαλφαριθμητική απεικόνιση
|
alternate aerodromeαεροδρόμιο εναλλαγής
|
alternative means of complianceεναλλακτικά μέσα συμμόρφωσης
|
altitudeαπόλυτο ύψος
|
altocumulus // ACυψισωρείτες
|
altostratus // ASυψιστρώματα
|
ambulanceασθενοφόρο (όχημα ή αεροσκάφος)
|
analyse (to)αναλύω
|
annexπαράρτημα
|
anti-collision lightsφώτα αποφυγής σύγκρουσης
|
appendixπροσάρτημα
|
apply (to)εφαρμόζω
|
appreciate (to)καταλαβαίνω, εκτιμώ
|
approach control officeγραφείο ελέγχου προσέγγισης
|
approach control serviceυπηρεσία ελέγχου προσέγγισης
|
approach control unitμονάδα ελέγχου προσέγγισης
|
approach control unit (centre) // APPμονάδα (κέντρο) ελέγχου προσέγγισης
|
approach funnelχοάνη προσέγγισης
|
approach path monitor // APMπαρακολούθηση ίχνους προσέγγισης
|
approach procedures with vertical guidance // APVδιαδικασίες προσέγγισης με κατακόρυφη καθοδήγηση
|
approach sequenceσειρά προσέγγισης
|
approaching head-on aircraftμετωπικά προσεγγίζοντα αεροσκάφη, κατά μέτωπον προσεγγίζοντα αεροσκάφη
|
appropriate ATS authorityαρμόδια αρχή ΥΕΚ
|
appropriate authorityαρμόδια αρχή
|
approved maintenance organizationεγκεκριμένος οργανισμός συντήρησης
|
approved trainingεγκεκριμένη εκπαίδευση
|
approved training organizationεγκεκριμένος εκπαιδευτικός οργανισμός
|
apronχώρος στάθμευσης
|
apron management serviceυπηρεσία διαχείρισης χώρων στάθμευσης
|
apron taxiwayτροχόδρομος χώρου στάθμευσης
|
aquaplaningυδρολίσθηση
|
area control center // ACCκέντρο ελέγχου περιοχής // ΚΕΠ
|
area control serviceυπηρεσία ελέγχου περιοχής // ΥΕΠ
|
area navigation // RNAVπεριοχική ναυτιλία, περιοχική ναυσιπλοϊα
|
area navigation routeδιαδρομή περιοχικής ναυτιλίας, διαδρομή περιοχικής ναυσιπλοϊας
|
area proximity warning // APWπροειδοποίηση εγγύτητας περιοχής
|
arrival // ARRάφιξη
|
arrival managementδιαχείριση αφίξεων
|
arrival manager // AMANσύστημα διαχείρισης αφίξεων
|
arriving flightαφικνούμενη πτήση
|
assessmentαξιολόγηση
|
assessorαξιολογητής
|
assessor endorsement // ASRκαταχώριση αξιολογητή
|
assign (to)εκχωρώ
|
assignmentεκχώρηση
|
assist (to)βοηθώ
|
association of european airlines // AEAένωση ευρωπαϊκών αερογραμμών, ένωση ευρωπαϊκών αεροπορικών εταιρειών
|
assuranceδιασφάλιση, εγγύηση
|
ATC instructionοδηγία ΕΕΚ
|
ATC clearanceεξουσιοδότηση ΕΕΚ
|
ATC loopλειτουργικός κύκλος ΕΕΚ
|
ATC sectorτομέας ελέγχου ΕΕΚ
|
ATC serviceυπηρεσία ΕΕΚ
|
ATC unitμονάδα ΕΕΚ
|
ATFM departure slotχρονοθυρίδα ATFM για αναχώρηση, χρονοθυρίδα ΔΙΡΕΚ για αναχώρηση
|
ATFM measureμέτρο ATFM, μέτρο ΔΙΡΕΚ
|
ATM communityκοινότητα ΔΕΚ
|
ATM functionalityλειτουργική δυνατότητα ΔΕΚ
|
ATM master planγενικό πρόγραμμα ΔΕΚ
|
ATM networkδίκτυο ΔΕΚ
|
ATM operational conceptγενικό επιχειρησιακό σχέδιο ΔΕΚ, επιχειρησιακό σκεπτικό ΔΕΚ
|
ATM systemσύστημα ΔΕΚ
|
ATM system requirementαπαίτηση συστήματος ΔΕΚ
|
ATM/ANS constituentsσυστατικά στοιχεία ΔΕΚ/ΥΑΝ, συστατικά στοιχεία ATM/ANS
|
ATM/ANS systemσύστημα ΔΕΚ/ΥΑΝ, σύστημα ATM/ANS
|
atmospheric pressure at aerodrome elevation // QFEατμοσφαιρική πίεση στο υψόμετρο αεροδρομίου
|
atmospheric pressure at mean sea level // QNHατμοσφαιρική πίεση στη μέση στάθμη θάλασσας
|
ATS airspace(-s)εναέριος(-οι) χώρος(-οι) ATS, εναέριος(-οι) χώρος(-οι) ΥΕΚ
|
ATS routeδιαδρομή ATS, διαδρομή ΥΕΚ
|
ATS surveillance serviceυπηρεσία επιτήρησης ATS, υπηρεσία επιτήρησης ΥΕΚ
|
ATS surveillance systemσύστημα επιτήρησης ATS, σύστημα επιτήρησης ΥΕΚ
|
ATS unitμονάδα ATS, μονάδα ΥΕΚ
|
attitudeσυμπεριφορά, στάση
|
audio aids // Audακουστικά βοηθήματα
|
auditεπιθεώρηση
|
authority (government organization)αρχή, Υπηρεσία (με την έννοια της κρατικής διοικητικής αρχής)
|
autoland systemσύστημα τυφλής προσγείωσης αεροσκαφών
|
automatic dependent surveillance // ADSαυτόματη εξαρτημένη επιτήρηση
|
automatic dependent surveillance — broadcast // ADS-Bαυτόματη εξαρτημένη επιτήρηση — εκπομπή
|
automatic dependent surveillance — broadcast out // ADS-B outαυτόματη εξαρτώμενη επιτήρηση — εξερχόμενη εκπομπή
|
automatic dependent surveillance — contract // ADS-Cαυτόματη εξαρτώμενη επιτήρηση — σύμβαση
|
automatic dependent surveillance — contract agreementσυμφωνία αυτόματης εξαρτώμενης επιτήρησης — σύμβαση
|
automatic direction finder // ADFαυτόματο ραδιογωνιόμετρο
|
automatic direction-finding equipmentεξοπλισμός αυτόματου προσδιορισμού κατεύθυνσης, εξοπλισμός αυτόματης ραδιογωνιομετρίας
|
automatic landing system // ALSσύστημα αυτόματης προσγείωσης
|
automatic pilotαυτόματος πιλότος
|
automatic terminal information service // ATISυπηρεσία αυτόματης εκπομπής πληροφοριών τερματικής περιοχής, αυτοματοποιημένη υπηρεσία πληροφοριών τερματικής περιοχής
|
auxiliary power unitμονάδα βοηθητικής ισχύος
|
availabilityδιαθεσιμότητα
|
aviationαεροπορία, αεροπλοϊα
|
aviation crisisαεροπορική κρίση
|
aviation frequency bandζώνη συχνοτήτων αεροπορίας
|
aviation safetyαεροπορική ασφάλεια (από ακούσιους παράγοντες)
|
aviation securityαεροπορική προστασία [από έκνομες ενέργειες], αεροπορική ασφάλεια από έκνομες ενέργειες
|
avionicsηλεκτρονικά [συστήματα] αεροπορίας
|
B
back-upεφεδρικός
|
backtrackαναστροφή
|
balance tabζυγοσταθμιστικό πτερύγιο
|
balked landingδιακοπείσα προσγείωση , ματαιωθείσα προσγείωση
|
balloonαερόστατο
|
bank angleγωνία κλίσης
|
barretteσυστοιχία φώτων, εγκάρσια δεσμίδα φώτων
|
baseβάση, βασικό
|
base turnστροφή βάσης, βασική στροφή
|
basic area navigation // B-RNAVβασική περιοχική ναυτιλία, βασική περιοχική ναυσιπλοϊα
|
basic trainingβασική εκπαίδευση
|
beaconφάρος, ραδιοφάρος
|
bearingδιόπτευση, κατεύθυνση
|
benefitόφελος
|
beyond local repairπέραν τοπικής επισκευής
|
binding targetδεσμευτικός στόχος
|
bird strikeπρόσκρουση πτηνού
|
blade (propeller)πτερύγιο έλικας
|
blade pitchβήμα πτερυγίου [έλικας]
|
blastεκτόνωση αερίων
|
blended learningμικτή μάθηση
|
blind transmissionτυφλή εκπομπή
|
blind velocityτυφλή ταχύτητα
|
blipμπλίπ
|
blowing // BLανυψούμενο
|
blowing snow // BLSNανυψούμενο χιόνι
|
boarding bridgeγέφυρα επιβίβασης, φυσούνα
|
bomb threatαπειλή για βόμβα
|
boundaryόριο
|
braking actionδυνατότητα πέδησης
|
briefing // Brief[σύνοπτική] ενημέρωση, [προ]συνόψιση
|
bright displayφωτεινή οθόνη
|
broadcastγενική εκπομπή
|
bundle of servicesδέσμη υπηρεσιών
|
buoyancyάνωση
|
business planεπιχειρηματικό σχέδιο
|
C
cabin fireφωτιά στον χώρο της καμπίνας επιβατών, πυρκαγιά στον χώρο της καμπίνας επιβατών
|
calculate (to)υπολογίζω
|
calendarημερολόγιο
|
canardριναίο πηδάλιο ανόδου - καθόδου
|
cancellation // CNLακύρωση
|
canopyκαλύπτρα
|
capabilityικανότητα
|
capacitor discharge lightλυχνία φωτεινών εκκενώσεων
|
capacityχωρητικότητα, δυναμικότητα
|
cargoφορτίο, εμπόρευμα
|
cargo flightπτήση μεταφοράς εμπορευμάτων
|
cargo terminalεμπορευματικός σταθμός
|
case study // Caseμελέτη περίπτωσης, περιπτωσιακή μελέτη
|
categories of aeroplanesκατηγορίες αεροπλάνων
|
categories of precision approach operationsκατηγορίες [λειτουργιών] προσέγγισης ακριβείας
|
causesαίτια
|
CAVOK // CAVOKCAVOK
|
ceilingοροφή
|
central flow management unit // CFMUκεντρική μονάδα διαχείρισης [της] ροής
|
certificateπιστοποιητικό
|
certificationπιστοποίηση
|
certified aerodromeπιστοποιημένο αεροδρόμιο
|
certify as airworthy (to)πιστοποιώ πτητική ικανότητα
|
change managementδιαχείριση αλλαγών
|
changeover pointσημείο αλλαγής
|
channelδίαυλος, κανάλι
|
channel spacingδιαχωρισμός διαύλων [επικοινωνίας], διαυλοποίηση
|
characterise (to)χαρακτηρίζω
|
charging schemeμηχανισμός χρέωσης
|
check (to)ελέγχω
|
check flightπτήση ελέγχου
|
Chicago conventionσύμβαση του Σικάγου
|
chief executive officer // CEOδιευθύνων σύμβουλος
|
chocksτροχοεμποδιστήρες, τσοκς
|
choose (to)επιλέγω
|
circle (το)πραγματοποιώ κύκλο
|
circling approachκυκλική προσέγγιση
|
circular // Cirεγκύκλιος
|
cirrocumulus // CCθυσανοσωρείτες
|
cirrostratus // CSθυσανοστρώματα
|
cirrus // CIθύσανοι
|
civil air navigation services organisation // CANSOοργανισμός υπηρεσιών πολιτικής αεροναυτιλίας
|
civil aviation authority // CAAυπηρεσία πολιτικής αεροπορίας, αρχή πολιτικής αεροπορίας // ΥΠΑ
|
civil aviation training centre // CATCκέντρο εκπαίδευσης πολιτικής αεροπορίας // ΣΠΟΑ
|
civil-military coordinationσυντονισμός πολιτικού και στρατιωτικού τομέα
|
clearance functionλειτουργική οργάνωση εξουσιοδότησης
|
clearance limitόριο εξουσιοδότησης
|
clearance void timeχρόνος λήξης εξουσιοδότησης
|
clearway // CWYπεριοχή ελεύθερη εμποδίων
|
climb outφάση [αρχικής] ανόδου
|
climb out areaπεριοχή [αρχικής] ανόδου
|
co-pilotσυγκυβερνήτης
|
coastedυπολογισμός κατά παρέκταση [μακράς περιόδου]
|
cockpitθάλαμος διακυβέρνησης, πιλοτήριο
|
cockpit voice recorder // CVRαποτυπωτής ομιλίας θαλάμου διακυβέρνησης, καταγραφικό ομιλιών πιλοτηρίου
|
code (SSR)κώδικας (SSR), κωδικός (SSR)
|
code allocation listκατάλογος εκχώρησης κωδικών, κατάλογος διανομής κωδικών
|
coded designatorκωδικοποιημένος προσδιοριστής
|
collaborative decision making // CDMσυνεργατική λήψη αποφάσεων
|
collect (to)συλλέγω
|
commercial air transportεμπορική αερομεταφορά, εμπορική αεροπορική μεταφορά
|
commercial air transport movementsκινήσεις εμπορικών αερομεταφορών, εμπορικές αεροπορικές κινήσεις
|
commercial air transport operationδραστηριότητα εμπορικής αερομεταφοράς, λειτουργία εμπορικής αερομεταφοράς
|
commercial operationεμπορική δραστηριότητα
|
commercially important person // CIPεταιρικός επίσημος
|
committee on aviation environmental protection // CAEPεπιτροπή για την αεροπορική περιβαλλοντική προστασία
|
common ICAO data interchange network // CIDINκοινό δίκτυο ICAO για ανταλλαγή δεδομένων
|
common pointκοινό σημείο
|
communication servicesυπηρεσίες επικοινωνιών
|
communications // COMεπικοινωνίες
|
communications, navigation and surveillance // CNSεπικοινωνίες, πλοήγηση και επιτήρηση
|
communications, navigation, and surveillance/air traffic management // CNS/ATMεπικοινωνίες, πλοήγηση και επιτήρηση/διαχείριση εναέριας κυκλοφορίας
|
compacted snowσυμπιεσμένο χιόνι
|
competenceεπάρκεια
|
competencyεπάρκεια, ικανότητα
|
competency elementστοιχείο ικανότητας, στοιχείο επάρκειας
|
competency unitμονάδα ικανότητας, μονάδα επάρκειας
|
competent member stateαρμόδιο κράτος μέλος
|
complex motor-powered aircraftσύνθετο μηχανοκίνητο αεροσκάφος
|
comply (to)συμμορφώνομαι
|
comptence assessorαξιολογητής επάρκειας
|
comptence examinerεξεταστής επάρκειας
|
computerυπολογιστής
|
computer-based training // CBTεκπαίδευση βασισμένη σε υπολογιστή, πληροφορικοπαγής εκπαίδευση
|
computer/web-based training // CWBTεκπαίδευση βασισμένη σε υπολογιστή / διαδίκτυο
|
concept of operationαρχές λειτουργίας
|
concept of useτρόπος χρήσης
|
concurrent wind directionσυμπίπτουσα διεύθυνση ανέμου
|
concurrent wind speedσυμπίπτουσα ταχύτητα ανέμου
|
condensation trail (contrail)ίχνος συμπύκνωσης
|
conditional clearanceυπό συνθήκη εξουσιοδότηση
|
conditional route // CDRδιαδρομή υπό όρους, υπό συνθήκη διαδρομή
|
conduct (to)διεξάγω
|
cone of silenceκώνος σιγής
|
conference communicationsεπικοινωνίες διάσκεψης
|
configurationδιαμόρφωση
|
configuration dataδεδομένα διαμόρφωσης
|
confirm (to)επιβεβαιώνω
|
conflictεμπλοκή
|
conflict detectionανίχνευση εμπλοκής
|
conflict alertσυνέγερση εμπλοκής
|
conflict horizonορίζοντας εμπλοκής
|
conflict management // CMδιαχείριση εμπλοκής(-ών)
|
conflict searchαναζήτηση εμπλοκής(-ών)
|
congestionσυμφόρηση, συνωστισμός
|
consider (to)εξετάζω [προσεκτικά]
|
conspicuity codeκωδικός ευδιακριτότητας
|
constant descent arrivalάφιξη σταθερής καθόδου
|
constituentsσυστατικά στοιχεία
|
constraintπεριορισμός
|
contact pointσημείο επαφής
|
contaminated runwayρυπασμένος διάδρομος, διάδρομος με επικαθίσεις
|
contaminationρύπανση, επικάθιση
|
contentπεριεχόμενο
|
contingencyέκτακτη κατάσταση, απρόοπτη κατάσταση, απρόοπτο
|
contingency life-cycleκύκλος ζωής έκτακτων καταστάσεων, κύκλος ζωής απρόοπτων καταστάσεων
|
contingency modesπεριπτώσεις (είδη) έκτακτων καταστάσεων, περιπτώσεις (είδη) απρόοπτων καταστάσεων
|
contingency planσχέδιο [αντιμετώπισης] έκτακτων καταστάσεων, σχέδιο [αντιμετώπισης] απρόοπτων καταστάσεων
|
contingency planningσχεδιασμός [αντιμετώπισης] έκτακτων καταστάσεων, σχεδιασμός [αντιμετώπισης] απρόοπτων καταστάσεων
|
continuation trainingσυνεχής εκπαίδευση
|
continuing oversightσυνεχής επίβλεψη, συνεχής επιτήρηση
|
continuityσυνέχεια
|
continuous day and night service // H24συνεχής εικοσιτετράωρη υπηρεσία
|
continuous descend approach // CDAπροσέγγιση σταθερής καθόδου
|
control sectorτομέας ελέγχου
|
control areaπεριοχή ελέγχου
|
control assistantβοηθός ελεγχου
|
control zone // CTRζώνη ελέγχου
|
controlled airspace (instrument/visual)ελεγχόμενος εναέριος χώρος (ενόργανος/εξ όψεως)
|
controlled aerodromeελεγχόμενο αεροδρόμιο
|
controlled airspaceελεγχόμενος εναέριος χώρος
|
controlled airspace (instrument restricted)ελεγχόμενος εναέριος χώρος (μόνο ενόργανες πτήσεις)
|
controlled airspace (visual exempted)ελεγχόμενος (εκτός των VFR) εναέριος χώρος
|
controlled flightελεγχόμενη πτήση
|
controlled flight into terrain // CFITπρόσκρουση ελεγχόμενης πτήσης στο έδαφος
|
controlled VFR flightελεγχόμενη VFR πτήση
|
controllerελεγκτής
|
controller pilot data link communications // CPDLCεπικοινωνίες δεδομένων μεταξύ ελεγκτή - χειριστή αεροσκάφους, επικοινωνίες ζεύξης δεδομένων ελεγκτή-πιλότου
|
controlling military unitστρατιωτική μονάδα ελέγχου
|
converging aircraftσυγκλίνοντα αεροσκάφη, κατά μέτωπον
|
converging runway display aid // CRDAβοήθημα απεικόνισης συγκλινόντων διαδρόμων, βοήθημα οπτικής παρουσίασης συγκλινόντων διαδρόμων
|
conversion trainingεκπαίδευση μετατροπής
|
cooperative decision makingσυλλογική λήψη αποφάσεων, συνεργατική λήψη αποφάσεων
|
cooperative separationσυνεργατικός διαχωρισμός
|
cooperative surveillanceσυνεργατική επιτήρηση
|
cooperative surveillance chainσυνεργατική αλυσίδα επιτήρησης
|
coordinate (to)συντονίζω
|
coordinated universal time // UTCσυντονισμένη παγκόσμια ώρα
|
coordination // CDNσυντονισμός
|
coordination dataδεδομένα συντονισμού
|
coordination pointσημείο συντονισμού
|
corpusκύριο σώμα
|
correct and complete EATMN software verificationορθή και πλήρης επαλήθευση του λογισμικού ΕΔΔΕΚ
|
corrective actionδιορθωτικό μέτρο, διορθωτική ενέργεια
|
correlationσυσχέτιση, συσχετισμός
|
cost baseβάση υπολογισμού
|
cotsεμπορικά ετοιμοπαράδοτο προϊόν
|
course leaderσυντονιστής [εκπαιδευτικής] σειράς, συντονιστής [εκπαιδευτικού] προγράμματος
|
crashσυντριβή
|
crash alarmσυναγερμός συντριβής, συναγερμός ατυχήματος
|
crash tenderπυροσβεστικό όχημα επέμβασης σε αεροπορικά ατυχήματα
|
credit (in the context of alternative means or prior qualifications)αναγνώριση
|
crew resource management // CRMολοκληρωμένη αξιοποίηση πληρώματος, διαχείριση πόρων πληρώματος
|
crisis management centre // SMCκέντρο διαχείρισης κρίσεων
|
critical eventκρίσιμο συμβάν
|
critical incident stressστρες [λόγω] κρίσιμων περιστατικών
|
critical incident stress management // CISMδιαχείριση [του] στρες [λόγω] κρίσιμων περιστατικών
|
critical part of the airportκρίσιμο τμήμα του αερολιμένα
|
cross bleed (or feed)διασταυρούμενη τροφοδότηση, σύνθετη τροφοδότηση
|
cross bleed (or feed) [engine] startεκκίνηση [κινητήρων] διασταυρούμενης τροφοδότησης, εκκίνηση [κινητήρων] σύνθετης τροφοδότησης
|
cross-border airspaceδιασυνοριακός εναέριος χώρος, διαμεθοριακός εναέριος χώρος
|
cross-border servicesδιασυνοριακές υπηρεσίες
|
cross-countryαεροναυτιλιακό ταξίδι
|
crosswindπλάγιος άνεμος, πλευρικός άνεμος, εγκάρσιος άνεμος
|
cruise climbάνοδος πλεύσης
|
cruise climb (to)εκτελώ άνοδο πλεύσης
|
cruising levelεπίπεδο πλεύσης
|
cruising speedταχύτητα πλεύσης
|
cumulonimbus // CBσωρειτομελανίας
|
cumulus // CUσωρείτες
|
current data authorityτρέχουσα αρχή δεδομένων
|
current flight plan // CPLισχύον σχέδιο πτήσης
|
cutoverμετάζευξη, σύνδεση εν θερμώ
|
cyclic redundancy check // CRCπεριοδικός έλεγχος επάρκειας
|
D
danger areaεπικίνδυνη περιοχή
|
dangerous goodsεπικίνδυνα υλικά, επιβλαβή υλικά
|
dataδεδομένα, στοιχεία
|
data conventionσύμβαση δεδομένων
|
data link ATIS // D-ATISATIS [μέσω] ζεύξης δεδομένων
|
data link communicationsεπικοινωνίες [μέσω] ζεύξης δεδομένων
|
data link initiation capabilityεφαρμογή έναρξης ζεύξης δεδομένων
|
data link manager // DLMδιαχειριστής ζεύξης δεδομένων
|
data link VOLMET // D-VOLMETVOLMET μέσω ζεύξης δεδομένων
|
data processingεπεξεργασία δεδομένων
|
data qualityποιότητα δεδομένων
|
datumδεδομένο [αναφοράς]
|
de-briefing // Debriefμετασυνόψιση
|
de-icing/anti-icing facilityεγκατάσταση από-παγοποίησης/αντι-παγοποίησης, ευκολία από-παγοποίησης/αντι-παγοποίησης
|
de-icing/anti-icing padχώρος αποπαγοποίησης / αντιπαγοποίησης, εξέδρα αποπαγοποίησης/αντιπαγοποίησης
|
deadstick landingπροσγείωση χωρίς ισχύ
|
debrisκατάλοιπα, απορρίμματα
|
decision altitude // DAαποφασιστικό απόλυτο ύψος
|
decision altitude/height // DA/Hαποφασιστικό απόλυτο/σχετικό ύψος
|
decision height // DHαποφασιστικό σχετικό ύψος
|
declarationδήλωση
|
declared capacityδηλωμένη χωρητικότητα
|
declared distancesδηλωμένες αποστάσεις
|
decode (to)αποκωδικοποιώ
|
decoderαποκωδικοποιητής
|
defensesαμυντικοί μηχανισμοί, άμυνες
|
define (to)ορίζω
|
degraded modes of operation (in the context of contingency)υποβαθμισμένοι τρόποι λειτουργίας, καταστάσεις υποβαθμισμένης λειτουργίας
|
delay // DLAκαθυστέρηση
|
delegate (to)μεταβιβάζω αρμοδιότητα
|
demandζήτηση
|
demand and capacity balancing // DCBεξισορρόπηση [μεταξύ] ζήτησης και χωρητικότητας
|
demonstrate (to)επιδεικνύω
|
departing flightπτήση αναχώρησης
|
departure // DEPαναχώρηση
|
departure manager // DMANσύστημα διαχείρισης αναχωρήσεων
|
departure pointσημείο αναχώρησης
|
dependent parallel approachesεξαρτημένες παράλληλες προσεγγίσεις
|
depletion of fire coverυποβάθμιση πυροσβεστικής κάλυψης
|
depletion of fire fighting servicesυποβάθμιση υπηρεσιών πυρόσβεσης
|
deploymentανάπτυξη, εξάπλωση
|
deployment managerομάδα διαχείρισης ανάπτυξης
|
deployment target dateεπιδιωκόμενη ημερομηνία ανάπτυξης
|
describe (to)περιγράφω
|
designated operational coverageκατασημασμένη επιχειρησιακή κάλυψη, προσδιορισμένη επιχειρησιακή κάλυψη
|
designatorκατασήμανση, προσδιοριστής
|
destination alternateεναλλακτικό [αεροδρόμιο] προορισμού
|
detect (to)ανιχνεύω, εντοπίζω
|
determined costsκαθορισμένο κόστος
|
DETRESFADETRESFA
|
deviationαπόκλιση, παρεκτροπή
|
deviceσυσκευή, διάταξη
|
dew pointσημείο δρόσου
|
differential global navigation satellite system // D-GNSSδιαφορικό παγκόσμιο δορυφορικό σύστημα πλοήγησης
|
differentiate (to)διακρίνω
|
digital meteorological information for aircraft in flight // D-VOLMETψηφιακές μετεωρολογικές πληροφορίες για αεροσκάφη εν πτήσει
|
dinghiesσωσίβιες λέμβοι
|
direction findingπροσδιορισμός κατεύθυνσης, ραδιογωνιομετρία
|
director general of civil aviation // DGCAγενικός διευθυντής πολιτικής αεροπορίας
|
discrete codeδιάκριτος κωδικός
|
discrete SSR codeδιάκριτος SSR κωδικός
|
displaced thresholdμετατοπισμένο κατώφλι
|
displayαπεικόνιση, οθόνη
|
distance from touchdown indicator // DFTIενδείκτης απόστασης από το σημείο επαφής διαδρόμου, ενδείκτης απόστασης από το σημείο προσεδάφισης
|
distance measuring equipment // DMEεξοπλισμός μέτρησης αποστάσεων
|
distress phaseφάση κινδύνου
|
ditching(αναγκαστική) προσθαλάσσωση
|
diversionεκτροπή, αλλαγή προορισμού
|
divert (to)εκτρέπω, αλλάζω προορισμό
|
divert arrivalάφιξη [εξ] εκτροπής, άφιξη κατόπιν αλλαγής προορισμού
|
document // DOCεγχειρίδιο
|
downlinkκατερχόμενη(ς) ζεύξη(ς), καθοδική(ς) ζεύξη(ς)
|
downlinked aircraft identificationαναγνώριση αεροσκάφους διαβιβαζόμενη με καθοδική ζεύξη
|
downstream clearanceεξουσιοδότηση συνέχειας
|
downstream data authorityαρχή δεδομένων στη συνέχεια της διαδρομής
|
downwashκατώρευμα
|
downwindυπήνεμο
|
dragοπισθέλκουσα
|
draw (to)σχεδιάζω
|
driftέκπτωση
|
drizzle // DZψεκάδες βροχής
|
dry snowξηρό χιόνι
|
dual instruction timeχρόνος εκπαίδευσης σε διπλό χειρισμό
|
dump (runway)υγρός (διάδρομος)
|
duplexαμφίδρομος, διπλής κατεύθυνσης
|
dust (widespread) // DUσκόνη (διασκορπισμένη)
|
dust / sand whirls (dust devils) // POστρόβιλοι σκόνης / άμμου (κονιορτοστρόβιλοι)
|
duststorm // DSκονιορτοθύελλα
|
dynamic load-bearing surfaceδυναμική φέρουσα επιφάνεια
|
E
e-learning // ELηλεκτρονική μάθηση, πληροφορικοπαγής εκπαίδευση
|
early termination of trainingπρόωρη λήξη εκπαίδευσης, πρόωρος τερματισμός εκπαίδευσης
|
EATMN softwareλογισμικό EATMN, λογισμικό ΕΔΔΕΚ
|
effective intensityενεργός ένταση
|
efficiencyαποδοτικότητα, απόδοση
|
electronic flight instrument system // EFISηλεκτρονικό σύστημα οργάνων πτήσης
|
elevated heliportυπερυψωμένο ελικοδρόμιο
|
elevationυψόμετρο
|
elevatorπηδάλιο ανόδου - καθόδου
|
eligible interrogator codeεπιλέξιμος κωδικός ερωτηματοθέτησης
|
eligible mode s interrogatorεπιλέξιμος ερωτηματοθέτης τρόπου λειτουργίας S
|
ellipsoid heightελλειψοειδές σχτικό ύψος
|
embeddedενσωματωμένος, περιεχόμενος [σε]
|
emergencyέκτακτη ανάγκη
|
emergency equipmentεξοπλισμός έκτακτκης ανάγκης
|
emergency evacuationεκκένωση έκτακτης ανάγκης
|
emergency exitέξοδος κινδύνου
|
emergency locator transmitter // ELTπομπός εντοπισμού έκτακτης ανάγκης
|
emergency mode (in the context of contingency)περίπτωση έκτακτης ανάγκης
|
emergency phaseφάση έκτακτης ανάγκης
|
emergency planσχέδιο έκτακτης ανάγκης
|
emergency response plan // ERPσχέδιο αντιμετώπισης έκτακτης ανάγκης
|
emergency situationκατάσταση έκτακτης ανάγκης
|
empty standκενή θέση [στάθμευσης]
|
en-route alternateεναλλακτικό επί διαδρομής [αεροδρόμιο]
|
en-route chargeτέλη διαδρομής
|
en-route charging zoneζώνη χρέωσης [τελών] διαδρομής
|
en-route clearanceεξουσιοδότηση διαδρομής
|
enableδραστικοποιώ
|
enablerδραστικοποιητής
|
encode (to)κωδικοποιώ
|
engine fireφωτιά στον κινητήρα, πυρκαγιά στον κινητήρα
|
engine run-upδοκιμή κινητήρα
|
enrouteεπί διαδρομής
|
ensure (to)εξασφαλίζω, διασφαλίζω
|
entry fixσταθερό σημείου εισόδου
|
equipmentεξοπλισμός
|
equityδικαιοσύνη, αμεροληψία
|
errorσφάλμα, λάθος
|
error managementδιαχείριση σφαλμάτων
|
established (on ILS)ευθυγραμμισμένος (στο ILS)
|
estimate (to)υπολογίζω [κατ΄ εκτίμηση], εκτιμώ
|
estimate // ESTυπολογιζόμενος χρόνος, εκτιμώμενος χρόνος
|
estimate dataκατ’ εκτίμηση δεδομένα, υπολογιζόμενα στοιχεία
|
estimate messageμήνυμα υπολογιζόμενου χρόνου, μήνυμα εκτιμώμενου χρόνου
|
estimated elapsed time // EETυπολογιζόμενη χρονική διάρκεια, εκτιμώμενη χρονική διάρκεια
|
estimated off-block dateυπολογιζόμενη ημερομηνία αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης, εκτιμώμενη ημερομηνία αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης
|
estimated off-block timeυπολογιζόμενη ώρα αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης, εκτιμώμενη ώρα αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης
|
estimated time of arrival // ETAυπολογιζόμενη ώρα άφιξης, εκτιμώμενη ώρα άφιξης
|
estimated time of departure // ETDυπολογιζόμενη ώρα αναχώρησης, εκτιμώμενη ώρα αναχώρησης
|
estimating arrivalυπολογιζόμενη [ώρα] άφιξη[ς], εκτιμώμενη [ώρα] άφιξη[ς]
|
estimating departureυπολογιζόμενη [ώρα] αναχώρηση[ς], εκτιμώμενη [ώρα] αναχώρηση[ς]
|
etops en-route alternateεναλλακτικό επί διαδρομής για etops
|
eurocontroleurocontrol
|
eurocontrol safety regulatory requirements // ESARRρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας [του eurocontrol]
|
european agency for aviation // EAAΕυρωπαϊκός Οργανισμός για την Αεροπορία
|
european air navigation planning group // EANPGομάδα σχεδιασμού ευρωπαϊκής αεροναυτιλίας
|
european air traffic management // EATMευρωπαϊκή διαχείριση [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
european air traffic management network // EATMNευρωπαϊκό δίκτυο διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας // ΕΔΔΕΚ
|
european air traffic management network softwareλογισμικό ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας
|
european aviation safety agency // EASAΕυρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας
|
european civil aviation conference // ECACΕυρωπαϊκή [Συν]Διάσκεψη Πολιτικής Αεροπορίας
|
european defence agencyΕυρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας
|
european geostationary navigation overlay service // EGNOSευρωπαϊκή υπηρεσία υπέρθεσης για τη γεωστατική πλοήγηση
|
european organisation for civil aviation equipment // EUROCAEΕυρωπαϊκός Οργανισμός Εξοπλισμού Πολιτικής Αεροπορίας
|
european organisation for the safety of air navigation // EUROCONTROLΕυρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας
|
european route network improvement planσχέδιο βελτίωσης του ευρωπαϊκού δικτύου διαδρομών
|
european transport workers' federation // ETFΕυρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές
|
evacuationεκκένωση
|
evaluationαποτίμηση, αξιολόγηση
|
examinationεξέταση
|
examinerεξεταστής
|
excursionυπέρβαση ορίων
|
execute (to)εκτελώ
|
execution (in the context of contingency planning)εκτέλεση
|
exit fixσταθερό σημείο εξόδου
|
expected approach time // EATαναμενόμενος χρόνος προσέγγισης
|
expedite (to)επιταχύνω
|
explain (to)ε[πε]ξηγώ
|
extended arrival managementεκτεταμένη διαχείριση αφίξεων
|
external fireεξωτερική φωτιά (σε αεροσκάφος), εξωτερική πυρκαγιά (σε αεροσκάφος)
|
extract (to)εξάγω
|
extrapolate (to)υπολογίζω κατά παρέκταση
|
F
facilityεγκατάσταση, ευκολία
|
fail-operational automatic landing systemαυτόματο σύστημα προσγείωσης λειτουργικό σε αστοχία
|
fail-operational hybrid landing systemυβριδικό σύστημα προσγείωσης λειτουργικό σε αστοχία
|
failing unit (in the context of contingency)εκτός λειτουργίας μονάδα
|
fall back mode of operation ((in the context of contingency)κατάσταση λειτουργίας επαναφοράς, κατάσταση λειτουργίας επανόδου
|
falseεσφαλμένος, ψευδής
|
false alarmεσφαλμένος συναγερμός, ψευδής συναγερμός
|
fan engineστροβιλοκινητήρας διπλής ροής
|
fatal injuryθανάσιμος τραυματισμός
|
federation of transport workers' unions [in the european union] // FSTομοσπονδία των ενώσεων εργαζομένων στις μεταφορές [στην ευρωπαϊκή ένωση)
|
feedbackανάδραση, ανατροφοδότηση
|
feet[μετρικά] πόδια
|
filed flight planκατατεθειμένο σχέδιο πτήσης, κατατεθέν σχέδιο πτήσης
|
finκάθετο σταθερό πτερύγιο
|
final approachτελική προσέγγιση
|
final approach and take-off area // FATOπεριοχή τελικής προσέγγισης και απογείωσης
|
final approach fix // FAFσταθερό σημείο τελικής προσέγγισης
|
fireφωτιά, πυρκαγιά
|
fire brigadeΠυροσβεστική Υπηρεσία // Π.Υ.
|
fire drillάσκηση πυρόσβεσης
|
fixσταθερό σημείο
|
fixed lightσταθερό φώς
|
fixed pitch propellerέλικα σταθερού βήματος
|
flapπτερύγιο καμπυλότητας
|
flashing lightsαναλάμποντα φώτα
|
flat tireσκασμένο ελαστικό
|
flexible airspace managementευέλικτη διαχείριση [του] εναέριου χώρου
|
flexible use of airspace // FUAευέλικτη χρήση του εναέριου χώρου
|
flight checkαπό αέρος έλεγχος
|
flight crew memberμέλος πληρώματος πτήσης, μέλος πληρώματος διακυβέρνησης
|
flight dataδεδομένα πτήσης, στοιχεία πτήσης
|
flight data analysis // FDAανάλυση δεδομένων πτήσης
|
flight data monitoring // FDMπαρακολούθηση δεδομένων πτήσης
|
flight data processing system // FDPSσύστημα επεξεργασίας δεδομένων πτήσης
|
flight data recorder // FDRκαταγραφέας δεδομένων πτήσης, αποτυπωτής δεδομένων πτήσης
|
flight data [operational] position[επιχειρησιακή] θέση δεδομένων πτήσης
|
flight deckθάλαμος διακυβέρνησης
|
flight dispatcherεπιμελητής πτήσης
|
flight informationπληροφορίες πτήσης
|
flight information center // FICκέντρο πληροφοριών πτήσης
|
flight information region // FIRπεριοχή πληροφοριών πτήσης
|
flight information service // FISυπηρεσία πληροφοριών πτήσης
|
flight inspectionαπό αέρος επιθεώρηση
|
flight intentπρόθεση πτήσης
|
flight intentionπρόθεση πτήσης
|
flight level // FLεπίπεδο πτήσης
|
flight management system // FMSσύστημα διαχείρισης πτήσης
|
flight pathίχνος πτήσης
|
flight path monitoringπαρακολούθηση ίχνους πτήσης
|
flight plan // FPLσχέδιο πτήσης
|
flight plan dataδεδομένα σχεδίου πτήσης, στοιχεία σχεδίου πτήσης
|
flight plan suspensionαναστολή σχεδίου πτήσης
|
flight procedures trainerεκπαιδευτική συσκευή διαδικασιών πτήσης
|
flight progress boardπίνακας προόδου πτήσεων
|
flight progress displayαπεικόνιση προόδου πτήσεων
|
flight progress stripλωρίδα προόδου πτήσεων
|
flight recorderκαταγραφέας πτήσης, αποτυπωτής πτήσης
|
flight safetyασφάλεια πτήσεων (από ακούσιους παράγοντες)
|
flight securityπροστασία πτήσεων [από έκνομες ενέργειες], ασφάλεια πτήσεων από έκνομες ενέργειες
|
flight simulation training deviceεκπαιδευτική συσκευή προσομοίωσης πτήσης , προσομοιωτική συσκευή πτητικής εκπαίδευσης
|
flight simulatorπροσομοιωτής πτήσης
|
flight statusκατάσταση πτήσης
|
flight time — aeroplanesχρόνος πτήσης - αεροπλάνα
|
flight time — helicoptersχρόνος πτήσης - ελικόπτερα
|
flight visibilityορατότητα πτήσης
|
flights operated under visual flight rulesπτήσεις [διεξαγόμενες] σύμφωνα με τους κανόνες πτήσης εξ όψεως
|
flooded (runway)πλημμυρισμένος (διαδρομος)
|
flow controlέλεγχος ροής
|
flypast[τιμητική] διέλευση μαχητικών [αεροσκαφών]
|
fly−by waypointσημείο πλευρικής διέλευσης διαδρομής
|
fly−over waypointσημείο έναρξης στροφής
|
foamαφρός
|
fog // FGομίχλη
|
follow me vehicleόχημα καθοδήγησης
|
foreεμπρόσθιο τμήμα αεροσκάφους
|
forecast // FCSTπρόγνωση
|
forecasting and economic analysis support group // FESGομάδα υποστήριξης προγνωστικής και οικονομικής ανάλυσης
|
foreign object damage // FODζημιά από εξωτερικό (ξένο) αντικείμενο
|
forseen outage (in the context of contingency)προβλεπόμενη διακοπή λειτουργίας
|
four dimentional (4d) trajectory managementδιαχείριση τετραδιάστατων τροχιών
|
four dimentional trajectory // 4d trajectoryτετραδιάστατη τροχιά
|
four-dimensional (lateral, longitudinal, vertical, temporal) // 4-Dτετρα-διάστατος (πλευρικός, διαμήκης, κατακόρυφος, χρονικός)
|
four-dimensional // 4-Dτετρα-διάστατος
|
fractocumulusσχιστοσωρείτες
|
frangible objectεύθραυστο αντικείμενο
|
free route airspaceεναέριος χώρος ελεύθερων διαδρομών
|
freezing // FZπαγοποίηση
|
freezing fog // FZFGπαγωμένη ομίχλη
|
freezing levelεπίπεδο παγοποίησης
|
freezing precipitation // FZDZ , FZRAπαγωμένος υετός, υετός σε υπέρτηξη
|
frequency allocationκατανομή συχνοτήτων
|
frequency assignmentεκχώρηση συχνότητας
|
frequency channelδίαυλος συχνότητας, κανάλι συχνότητας
|
friction coefficientσυντελεστής τριβής
|
frost // FROSTπαγετός
|
fuel dumpingαπόρριψη καυσίμων
|
fuel enduranceδιάρκεια καυσίμων
|
fuel leakρωγμή διαρροής [καυσίμου]
|
fuel spillκηλίδα καυσίμου
|
fuel spillageδιαρροή καυσίμου, κηλίδα από διαρροή καυσίμου
|
full emergencyκατάσταση αναμενόμενου ατυχήματος
|
functional airspace block // FABλειτουργικό τμήμα εναέριου χώρου
|
functional systemλειτουργικό σύστημα
|
functionalityλειτουργική δυνατότητα, λειτουργικότητα
|
funnel cloud (tornado or waterspout) // FCχοανοειδές νέφος (σίφωνας ξηράς ή θαλάσσιος σίφωνας)
|
fuselageάτρακτος
|
future air navigation systems // FANSμελλοντικά συστήματα αεροναυτιλίας
|
G
garblingπαρεμβολή λαθών
|
gate to gateαπό πύλη σε πύλη, από θύρα σε θύρα
|
general air traffic // GATγενική εναέρια κυκλοφορία
|
general aviation // GAγενική αεροπορία, γενική αεροπλοϊα
|
general declarationγενικό δηλωτικό
|
general objectiveγενικός [αντικειμενικός] στόχος
|
geodetic datumγεωδαιτικό δεδομένο αναφοράς
|
geodetic heightγεωδαιτικό σχετικό ύψος
|
geoidγεωειδές
|
geoid undulationγεωειδής διακύμανση
|
glide path // GPίχνος κατολίσθησης
|
gliderανεμόπτερο
|
glider flight timeχρόνος πτήσης ανεμόπτερου
|
glidingκατολίσθηση
|
global air traffic management operational conceptγενικό επιχειρησιακό σχέδιο συνολικής διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας, επιχειρησιακό σκεπτικό συνολικής διαχείρισης [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
global navigation satellite system // GNSSπαγκόσμιο δορυφορικό σύστημα πλοήγησης
|
global orbiting navigation satellite system // GLONASSπαγκόσμιο ελλειπτικό δορυφορικό σύστημα πλοήγησης
|
global positioning system // GPSπαγκόσμιο σύστημα προσδιορισμού θέσης, παγκόσμιο σύστημα εντοπισμού
|
go aroundεπανακυκλώνω
|
greek air traffic controllers association // GATCAένωση ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας ελλάδας // ΕΕΕΚΕ
|
greenhouse gas // GHGαέρια θερμοκηπίου
|
gregorian calendarγρηγοριανό ημερολόγιο
|
gridκάνναβος, πλέγμα
|
ground controlled approachπροσέγγιση ελεγχόμενη από το έδαφος
|
ground controlled approach system // GCAσύστημα προσέγγισης ελεγχόμενο από το έδαφος
|
ground decoder[επίγειος] αποκωδικοποιητής
|
ground decoding equipment[επίγειος] αποκωδικοποιητής
|
ground earth station // GESεπίγειος σταθμός εδάφους
|
ground effectεπίδραση εδάφους
|
ground handlingεπίγεια εξυπηρέτηση, εξυπηρέτηση εδάφους
|
ground movement control // GMCέλεγχος κινήσεων εδάφους
|
ground personnelπροσωπικό εδάφους
|
ground power unitμονάδα ισχύος εδάφους
|
ground proximity warning system // GPWSσύστημα προειδοποίησης εγγύτητας εδάφους
|
ground signalεπίγειο σήμα
|
ground speed // GSταχύτητα εδάφους
|
ground visibilityορατότητα εδάφους
|
ground-based augmentation system // GBASεδαφικό σύστημα φασματικής επαύξησης
|
ground-to-air communication // G/Aεπικοινωνία εδάφους-αέρος
|
group simulation // GSimομαδική προσομοίωση, προσομοίωση σε ομάδα [εκπαιδευόμενων}
|
group trainingομαδική εκπαίδευση
|
guidance materialκαθοδηγητικό υλικό
|
gustριπή
|
H
hail // GRχαλάζι
|
half duplexημιαμφίδρομος
|
handbook // HBKεγχειρίδιο
|
hangarυπόστεγο αεροσκαφών
|
hardwareυλισμικό
|
harmful interferenceεπιβλαβείς παρεμβολές
|
hazardκίνδυνος
|
hazard beaconφάρος κινδύνου
|
hazardous materialsεπικίνδυνα υλικά, επιβλαβή υλικά
|
hazardsκίνδυνοι
|
haze // HZξηρά αχλύς
|
head-onμετωπικά, κατά μέτωπον
|
head-up display // HUDαπεικονιστής ορθής διόπτευσης
|
headingπορεία
|
headwindμετωπικός άνεμος
|
heavy (intensity) // HVYισχυρή (ένταση)
|
heavy aircraftβαρύ (βάσει αεροδινών) αεροσκάφος
|
heavy landingβαριά προσγείωση
|
heightσχετικό ύψος
|
helicopterελικόπτερο
|
helicopter air taxiwayαεροτροχόδρομος ελικοπτέρων
|
helicopter clearwayπεριοχή ελεύθερη εμποδίων για ελικόπτερα
|
helicopter ground taxiwayεπίγειος τροχόδρομος ελικοπτέρων
|
helicopter standθέση στάθμευσης ελικοπτέρων
|
helideckελικοδρόμιο επί θαλάσσιας εξέδρας, κατάστρωμα για ελικόπτερα
|
helipadεξέδρα απογείωσης / προσγείωσης ελικοπτέρων
|
heliportελικοδρόμιο
|
high consequence indicatorsδείκτες σοβαρών επιπτώσεων
|
high frequency // HFυψηλή συχνότητα
|
high-fidelity simulator // Hi Fi Simπροσομοιωτής υψηλής πιστότητας
|
hoar frostπάχνη
|
holding bayπεριοχή κράτησης
|
holding fixσταθερό σημείο κράτησης
|
holding pointσημείο κράτησης
|
holding positionθέση κράτησης
|
holding procedureδιαδικασία κράτησης
|
holdover timeδιάρκεια δράσης [αντιπαγωτικού υλικού]
|
homingπαλιννόστηση
|
homogeneous ATM areaομογενής περιοχή ΔΕΚ
|
horizontal stabilizerοριζόντιο ουραίο πτέρωμα, οριζόντιος σταθεροποιητής
|
hot brakesζεστά φρένα
|
hot spotθερμό σημείο
|
hot swappingσύνδεση εν θερμώ, μετάζευξη
|
human factorανθρώπινος παράγοντας
|
human factors principlesαρχές ανθρώπινου παράγοντα
|
human performanceανθρώπινη επίδοση
|
human-machine interface // HMIδιεπαφή ανθρώπου-μηχανής
|
hydraulic systemυδραυλικό σύστημα
|
I
ICAO location indicatorενδείκτης τοποθεσίας ICAO
|
ice crystalsπαγοκρύσταλλοι
|
ice pelletsσβόλοι πάγου
|
identificationαναγνώριση, ταυτοποίηση
|
identification beaconφάρος αναγνώρισης
|
identify (to)αναγνωρίζω
|
idle powerχαμηλά στοιχεία, χαμηλή ισχύς
|
IFR flightπτήση IFR
|
ILS critical areaκρίσιμη περιοχή ILS
|
ILS localizerεντοπιστής ILS
|
ILS sensitive areaευαίσθητη περιοχή ILS
|
impact on the networkεπίπτωση στο δίκτυο
|
implementation (in the context of contingency planning)υλοποίηση
|
implementation sequenceακολουθία εφαρμογής
|
inboundπροσερχόμενος
|
incidentσυμβάν
|
incident data reportingαναφορά δεδομένων συμβάντος
|
incursionπαρείσφρηση
|
independent parallel approachesανεξάρτητες παράλληλες προσεγγίσεις
|
independent parallel departuresανεξάρτητες παράλληλες αναχωρήσεις
|
independent software componentsανεξάρτητα στοιχεία λογισμικού
|
indicated airspeed // IASενδεικνυόμενη ταχύτητα αέρα
|
indicatorενδείκτης, δείκτης
|
individual simulation // ISimατομική προσομοίωση, προσομοίωση κατ' άτομο
|
individualised trainingεξατομικευμένη εκπαίδευση
|
industrial partnershipβιομηχανικός εταιρισμός
|
inertial navigation system // INSαδρανειακό σύστημα πλοήγησης
|
inertial reference system // IRSαδρανειακό σύστημα αναφοράς
|
inform (to)πληροφορώ
|
information management // IMδιαχείριση πληροφοριών
|
initial approach // INAαρχική προσέγγιση
|
initial approach fix // IAFσταθερό σημείο αρχικής προσέγγισης
|
initial approach segmentαρχικό τμήμα προσέγγισης
|
initial flight planαρχικό σχέδιο πτήσης
|
initial four dimentional (i4d) trajectory managementαρχική φάση διαχείρισης τετραδιάστατων τροχιών
|
initial system-wide Information management // iSWIMαρχική φάση ολοσυστημικής διαχείρισης πληροφοριών
|
initial trainingαρχική εκπαίδευση
|
initial trajectory information sharingαρχική φάση μερισμού πληροφοριών τροχιάς
|
initiate (to)ξεκινώ, εκκινώ
|
inoperableμη λειτουργικός, χαλασμένος
|
input (to)εισάγω
|
institute of air navigation services // IANSινστιτούτο υπηρεσιών αεροναυτιλίας
|
instructorεκπαιδευτής
|
instructor endorsementκαταχώριση εκπαιδευτή
|
instrument approach and landing operationsλειτουργίες ενόργανης προσέγγισης και προσγείωσης
|
instrument approach chart // IACχάρτης ενόργανης προσέγγισης
|
instrument approach procedureδιαδικασία ενόργανης προσέγγισης
|
instrument flight rules // IFRκανόνες πτήσης με όργανα, κανόνες ενόργανης πτήσης // IFR
|
instrument flight rules flightπτήση σύμφωνα με τους κανόνες πτήσης με όργανα, πτήση σύμφωνα με τους κανόνες ενόργανης πτήσης
|
instrument flight timeχρόνος πτήσης με όργανα, χρόνος ενόργανης πτήσης
|
instrument ground timeενόργανος χρόνος [πτήσης] στο έδαφος
|
instrument landing system // ILSσύστημα ενόργανης προγείωσης
|
instrument landing system localizer // ILS LOCεντοπιστής συστήματος ενόργανης προσγείωσης
|
instrument meteorological conditions // IMCμετεωρολογικές συνθήκες πτήσης με όργανα, μετεωρολογικές συνθήκες ενόργανης πτήσης // IMC
|
instrument runwayενόργανος διάδρομος
|
instrument runway visual range // IRVRορατή εμβέλεια ενόργανου διαδρόμου, ορατή απόσταση ενόργανου διαδρόμου
|
instrument timeχρόνος με όργανα, ενόργανος χρόνος
|
insuranceασφάλιση
|
integrate (to)εντάσσω, ενσωματώνω
|
integrated initial flight plan processing systemολοκληρωμένο σύστημα επεξεργασίας αρχικού σχεδίου πτήσης
|
integrated operational airspaceολοκληρωμένος επιχειρησιακός εναέριος χώρος
|
integrationενοποίηση, ολοκλήρωση
|
integrityακεραιότητα
|
integrity of aeronautical dataακεραιότητα αεροναυτικών δεδομένων
|
intergovernmental panel on climate change // IPCCδιακυβερνητική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή
|
intermediate holding positionενδιάμεσο σημείο κράτησης
|
internal fireεσωτερική φωτιά (σε αεροσκάφος), εσωτερική πυρκαγιά (σε αεροσκάφος)
|
international air carrier association // IACAδιεθνής ένωση αερομεταφορέων
|
international air transport association // IATAΔιεθνής Ένωση Αεροπορικών Μεταφορών, Διεθνής Ένωση Αερομεταφορών
|
international airways volcano watch // IAVWΔιεθνής Ηφαιστειακή Επαγρύπνηση για τους Αεροδιαδρόμους
|
international civil aviation organization // ICAOΔιεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας
|
international coordinating council of aerospace industries associations // ICCAIAΔιεθνές Συντονιστικό Συμβούλιο Αεροδιαστημικών Βιομηχανιών
|
international council of aircraft owner and pilot associations // IAOPAΔιεθνές Συμβούλιο Ενώσεων Ιδιοκτητών Αεροσκαφών και Πιλότων
|
international federation of air traffic controllers associations // IFATCAΔιεθνής Ομοσπονδία Ενώσεων Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας
|
international federation of airline pilots association // IFALPΑΔιεθνής Ομοσπονδία Ενώσεων Πιλότων Αερογραμμών
|
international NOTAM officeγραφείο διεθνών αγγελιών
|
international organization for standardization // ISOΔιεθνής Οργανισμός Τυποποίησης
|
international standard atmosphere // ISAδιεθνής πρότυπη ατμόσφαιρα
|
international standards and recommended practices // SARPsδιεθνή πρότυπα και συνιστώμενες πρακτικές
|
international telecommunication union // ITUΔιεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών
|
interoperabilityδιαλειτουργικότητα
"Interpilot air-to-air communication
|
interrogationερώτηση, ερωτηματοθέτηση
|
interrogator // INTRGερωτηματοθέτης
|
interrogator codeκωδικός ερωτηματοθέτη
|
interrogator code allocationεκχώρηση κωδικών ερωτηματοθέτη, κατανομή κωδικών ερωτηματοθέτη
|
interrogator code allocation planσχέδιο εκχώρησης κωδικών ερωτηματοθέτη, σχέδιο κατανομής κωδικών ερωτηματοθέτη
|
interrogator code allocation plan proposalπρόταση σχεδίου εκχώρησης κωδικών ερωτηματοθέτη, πρόταση σχεδίου κατανομής κωδικών ερωτηματοθέτη
|
interrogator code allocation systemσύστημα εκχώρησης κωδικών ερωτηματοθέτη
|
interrogator code applicationαίτηση κωδικού ερωτηματοθέτη
|
interrogator code conflictεμπλοκή κωδικών ερωτηματοθέτη
|
interrogator identifier codeκωδικός αναγνώρισης ερωτηματοθέτη
|
investigationδιερεύνηση
|
investigator-in-chargeεπιφορτισμένος διερευνητής
|
isolatedμεμονωμένος, απομονωμένος
|
issue (to)εκδίδω
|
J
jet aircraftαεριωθούμενο (τζετ) αεροσκάφος
|
jet blastαπόρρευμα αερίων στροβιλοκινητήρα
|
jet bridgeγέφυρα επιβίβασης, φυσούνα
|
jet engineκινητήρας αεριώθησης (τζετ), σρτοβιλοκινητήρας, αεριοστροβιλωθητήρας
|
jet streamταχύρρευμα
|
join (to)προσχωρώ
|
joining pointσημείο προσχώρησης
|
judgemental oversteeringυπερστροφή κατά κρίση
|
just cultureκουλτούρα δικαίου, δικαϊκή παιδεία, δικαιική παιδεία
|
K
key items of a flight planστοιχεία-κλειδιά ενός σχεδίου πτήσης, κλειδιακά στοιχεία ενός σχεδίου πτήσης
|
key performance indicator // KPIδείκτης-κλειδί επίδοσης, κλειδιακός δείκτης επίδοσης
|
kilogramχιλιόγραμμο (κιλό)
|
knotκόμβος
|
knowledgeγνώση
|
L
landing areaπεριοχή προσγείωσης
|
landing configurationδιαμόρφωση προσγείωσης
|
landing direction indicatorενδείκτης κατεύθυνσης προσγείωσης
|
landing distance availableδιαθέσιμη απόσταση προσγείωσης
|
landing gearσύστημα προσγείωσης
|
landing lightsφώτα προσγείωσης
|
landing runδιαδρόμηση προσγείωσης, μήκος προσγείωσης
|
landing skidsπέδιλα προσγείωσης
|
landing weightβάρος προσγείωσης
|
landsideπεριοχή δραστηριοτήτων εδάφους
|
language endorsementγλωσσική καταχώριση, καταχώριση γλώσσας
|
language proficiency endorsementκαταχώριση γλωσσικής επάρκειας
|
laser-beam critical flight zone // LCFZζώνη πτήσεων κρίσιμη σε ακτίνες λέζερ
|
laser-beam free flight zone // LFFZζώνη πτήσεων ελεύθερη από ακτίνες λέιζερ
|
laser-beam sensitive flight zone // LSFZζώνη πτήσεως ευαίσθητη σε ακτίνες λέιζερ
|
last resortέσχατη λύση, έσχατη καταφυγή
|
lateral separationπλευρικός διαχωρισμός
|
lateral navigation // LNAVπλευρική ναυτιλία, πλευρική ναυσιπλοΐα
|
lead aircraftαεροσκάφος αρχηγού σχηματισμού
|
leading edgeχείλος προσβολής
|
learnerμαθητής
|
learning rateρυθμός μάθησης
|
leaving pointσημείο αποχώρησης
|
lecture // Lecδιάλεξη
|
lesson/demonstration // Lesμάθημα/επίδειξη
|
letter of agreementέγγραφο συμφωνίας
|
levelεπίπεδο, στάθμη
|
licenceάδεια
|
licensing authorityαρχή αδειοδότησης
|
liftάντωση
|
lift offανύψωση, απογείωση
|
light (intensity) // FBLήπια (ένταση)
|
light aircraftελαφρύ (βάσει αεροδινών) αεροσκάφος
|
light turbulanceήπιες αναταράξεις, ελαφρές αναταράξεις
|
lighting system reliabilityαξιοπιστία συστήματος φωτισμού
|
limited route conceptσκεπτικό περιορισμένων διαδρομών
|
line operations safety audit // LOSAεπιθεώρηση ασφαλείας λειτουργιών γραμμής
|
line-oriented flight training // LOFTπτητική εκπαίδευση προσανατολισμένη στη γραμμή δρομολογίων, γραμμοστρεφής πτητική εκπαίδευση
|
linkσύνδεσμος, σύνδεση
|
link (to)συνδέω, ζευγνύω
|
list (to)καταλέγω
|
local air traffic flow management unitτοπική μονάδα διαχείρισης ροής εναέριας κυκλοφορίας
|
local area augmentation system // LAASτοπικό σύστημα φασματικής επαύξησης
|
local ATFM unitτοπική μονάδα ΔΡΕΚ
|
local performance plansτοπικά σχέδια επίδοσης
|
local performance targetsτοπικοί στόχοι επίδοσης
|
local routine meteorological report // MET REPORTτοπική συνήθης μετεωρολογική αναφορά, τοπική τακτική μετεωρολογική αναφορά
|
local special meteorological report // SPECIALτοπική ειδική μετεωρολογική αναφορά, τοπική έκτακτη μετεωρολογική αναφορά
|
local stand-byανησυχητική κατάσταση
|
local standbyανησυχητική κατάσταση
|
localizer // LLZεντοπιστής
|
location indicatorενδείκτης τοπωνυμίας
|
lockoutκλείδωμα, ασφάλιση
|
lockout mapχάρτης κλειδώματος, χάρτης ασφάλισης
|
logical acknowledgement // LAMλογική επιβεβαίωση λήψης (μεταξύ Η/Υ)
|
long range air navigation system // LORANσύστημα αεροπλοήγησης μεγάλης εμβέλειας
|
long-term outage (in the context of contingency)μακροχρόνια διακοπή λειτουργίας, διακοπή λειτουργίας μεγάλης διάρκειας
|
longitudinal separationδιαμήκης διαχωρισμός
|
loopνησίδα [πρασίνου]
|
loose debrisχαλαρά κατάλοιπα, χαλαρά υπολείμματα
|
low drifting // DRπαρασυρόμενο χαμηλά
|
lower consequence indicatorsδείκτες μειωμένων επιπτώσεων
|
M
magnetic bearing // QDRμαγνητική διόπτευση
|
magnetic heading // QDMμαγνητική πορεία
|
main (airport) terminalκύριος αεροσταθμός
|
main landing gearκύριο σύστημα προσγείωσης
|
maintain (to)διατηρώ
|
maintenanceσυντήρηση
|
maintenance resource management // MRMδιαχείριση πόρων συντήρησης
|
major traffic flowσημαντική ροή κυκλοφορίας
|
malfunctionβλάβη, δυσλειτουργία
|
manage (to)διαχειρίζομαι
|
mandatory occurrence report // MORυποχρεωτική αναφορά περιστατικού(-ών)
|
mannedεπανδρωμένο
|
manoeuvring areaπεριοχή ελιγμών
|
manualτεχνικό εγχειρίδιο
|
markerσημαντήρας
|
markingσήμανση
|
matching II codeκωδικός προσαρμογής ΙΙ
|
maximum massμέγιστη μάζα
|
maximum take-off weightμέγιστο επιτρεπόμενο βάρος απογείωσης
|
maximum tolerable period of disruptionμέγιστη ανεκτή διάρκεια ρήξης υπηρεσίας, μέγιστη ανεκτή διάρκεια διακοπής υπηρεσίας
|
mean valueμέση τιμή
|
measure (to)μετρώ
|
medical assessmentιατρική αξιολόγηση
|
medical assessorιατρικός αξιολογητής
|
medical examinerιατρός εξεταστής
|
medium aircraftμεσαίο (βάσει αεροδινών) αεροσκάφος
|
medium term conflict detection // MTCDμεσοπρόθεσμη ανίχνευση εμπλοκής
|
messageμήνυμα
|
message elementστοιχείο μηνύματος
|
message fieldπεδίο μηνύματος
|
message formatμορφότυπο μηνύματος
|
meteorological informationμετεωρολογικές πληροφορίες
|
meteorological information for aircraft in flight // VOLMETμετεωρολογιές πληροφορίες για αεροσκάφη σε πτήση
|
meteorological observationμετεωρολογική παρατήρηση
|
meteorological officeμετεωρολογικό γραφείο
|
meteorological reportμετεωρολογική αναφορά
|
meteorological servicesμετεωρολογικές υπηρεσίες
|
meteorological watch office // MWOκέντρο μετεωρολογικής επαγρύπνησης
|
meteorology // METμετεωρολογία
|
microwave landing system // MLSμικροκυματικό σύστημα προσγείωσης
|
middle marker // MMενδιάμεσος ραδιοσημαντήρας
|
minimum descent altitude // MDAελάχιστο απόλυτο ύψος καθόδου
|
minimum descent altitude/height // MDA/Hελάχιστο απόλυτο/σχετικό ύψος καθόδου
|
minimum descent height // MDHελάχιστο σχετικό ύψος καθόδου
|
minimum equipment list // MELπίνακας ελάχιστου εξοπλισμού
|
minimum fuelελάχιστα καύσιμα
|
minimum navigation performance specifications // MNPSπροδιαγραφές ελάχιστης επίδοσης ναυτιλίας
|
minimum safe altitude warning // MSAWπροειδοποίηση ελάχιστου ύψους ασφαλείας
|
missed approach point // MAPtσημείο αποτυχημένης προσέγγισης
|
missed approach procedure // MAPδιαδικασία αποτυχημένης προσέγγισης
|
mist // BRαχλύς
|
mixed parallel operationsμεικτές παράλληλες λειτουργίες , συνδυασμένες παράλληλες λειτουργίες
|
MLS critical areaκρίσιμη περιοχή MLS
|
MLS sensitive areaευαίσθητη περιοχή MLS
|
mobile surface stationκινητός σταθμός επιφανείας
|
mode (SSR)τρόπος λειτουργίας (SSR)
|
mode of [training] deliveryτρόπος παράδοσης (της εκπαίδευσης]
|
mode s all call interrogationsολοκλησικές ερωτήσεις τρόπου λειτουργίας S
|
mode s interrogatorερωτηματοθέτης τρόπου λειτουργίας S
|
mode s operatorφορέας διαχείρισης [του] τρόπου λειτουργίας S
|
mode s targetστόχος τρόπου λειτουργίας S
|
moderate (intensity) // MODμέτρια (ένταση)
|
moderate icing // MOD ICEμέτρια παγοποίηση
|
moderate turbulence // MOD TURBμέτριες αναταράξεις, μέτρια τύρβη
|
moderate wind shearμέτριος διατμητικός άνεμος
|
modification // CHGτροποποίηση
|
monitor (frequency)ακροώμαι (συχνότητα)
|
monitor (radar)παρακολουθώ (ραντάρ)
|
monitor (to)παρακολουθώ
|
monitoring of interrogator code conflictπαρακολούθηση της εμπλοκής κωδικών ερωτηματοθέτησης
|
mountain obscurationαπόκρυψη ορέων
|
mountains obscuredαποκρυπτόμενα όρη
|
movement areaπεριοχή κίνησης
|
multimedia computer // MMCυπολογιστής πολυμέσων
|
multiple flight planπολλαπλό σχέδιο πτήσης
|
multiple route optionsπολλές επιλογές διαδρομών
|
multisite communications protocolsπρωτόκολλα πολυτοπικών επικοινωνιών
|
multisite lockoutπολυτοπικό κλείδωμα, πολυτοπική ασφάλιση
|
N
name (to)ονοματοδοτώ
|
narrow body aircraftαεροσκάφος στενής ατράκτου
|
national authoritiesεθνικές αρχές
|
national aviation authorityεθνική αεροπορική αρχή
|
national supervisory authority // NSAεθνική εποπτική αρχή
|
nautical mile(s) // NMναυτικό μίλι(α)
|
navigationπλοήγηση, ναυσιπλοΐα
|
navigation lightsφώτα ναυτιλίας, φώτα πλοήγησης
|
navigation servicesυπηρεσίες πλοήγησης
|
near-parallel runwaysσχεδόν παράλληλοι διάδρομοι, πλησιοπαράλληλοι διάδρομοι
|
network collaborative managementσυνεργατική διαχείριση δικτύου
|
network crisisκρίση δικτύου
|
network functionsλειτουργίες δικτύου
|
network managerδιαχειριστής δικτύου
|
network operations planεπιχειρησιακό σχέδιο δικτύου, σχέδιο λειτουργιών δικτύου
|
network strategy planστρατηγικό σχέδιο δικτύου, σχέδιο στρατηγικής δικτύου
|
new softwareνέο λογισμικό
|
next data authorityεπόμενη αρχή δεδομένων
|
nightνύχτα
|
NIL // NILNIL
|
nil turbulanceμηδενικές αναταράξεις, μηδενική τύρβη
|
nimbostratusμελανοστρώματα
|
nimbusμελανίες
|
no significant changes are forecast // NOSIGδεν προβλέπονται σημαντικές αλλαγές
|
no transgression zoneζώνη μη υπέρβασης
|
noise abatementαποφυγή θορύβου
|
non precision approach procedure // NPAδιαδικασία προσέγγισης μη ακριβείας
|
non-development softwareπροϋφιστάμενο λογισμικό, προϋπάρχον λογισμικό
|
non-directional beacon // NDBμη κατευθυντικός (ραδιο)φάρος
|
non-instrument runwayμη ενόργανος διάδρομος
|
non-network communicationsεπικοινωνίες εκτός δικτύου
|
non-precision approach and landing operationsπροσεγγίσεις και προσγειώσεις μη ακριβείας, λειτουργίες προσέγγισης και προσγείωσης μη ακριβείας
|
non-precision approach runwayδιάδρομος προσέγγισης μη ακριβείας
|
non-precision runwayδιάδρομος μη ακριβείας
|
non-radar separationδιαχωρισμός χωρίς ραντάρ
|
non-routineέκτακτος, μη συνήθης
|
non-routine inspectionέκτακτη επιθεώρηση
|
normal flight zone // NFZζώνη κανονικής πτήσης
|
normal operating zone // NOZζώνη κανονικής λειτουργίας
|
normal operation(s)κανονική λειτουργία
|
nose gearριναίο σύστημα
|
nose landing gearριναίο σύστημα προσγείωσης
|
nose wheelριναίος τροχός
|
notam // NOTAMαγγελία [προς αεροναυτιλόμενους]
|
notam class I distributionδιανομή αγγελιών κατηγορίας I
|
notam class II distributionδιανομή αγγελιών κατηγορίας II
|
notice to airmen // NOTAMαγγελία προς αεροναυτιλόμενους
|
notificationαναγγελία, ειδοποίηση, κοινοποίηση
|
notified unitκοινοποιημένη μονάδα
|
notify (to)γνωστοποιώ
|
O
objective[αντικειμενικός] στόχος
|
obscurationsαποκρύψεις (υδρομετέωρα & λιθομετέωρα)
|
obscuredαποκρυπτόμενη
|
obstacleεμπόδιο
|
obstacle assessment surface // OASεπιφάνεια εκτίμησης εμποδίων
|
obstacle clearance altitude // OCAαπόλυτο ύψος αποφυγής εμποδίων
|
obstacle clearance altitude/height // OCA/Hαπόλυτο/σχετικό ύψος αποφυγής εμποδίων
|
obstacle clearance height // OCHσχετικό ύψος αποφυγής εμποδίων
|
obstacle free zone // OFZελεύθερη εμποδίων ζώνη, περιοχή ελεύθερη εμποδίων
|
obstacle lightsφώτα εμποδίων
|
obstruction lightsφώτα εμποδίων
|
obtain (to)λαμβάνω, παίρνω
|
occasional (rain)σποραδική (βροχή)
|
occupational health & safety management system // OHSMSσύστημα διαχείρισης επαγγελματικής υγείας και ασφάλειας
|
occupational safety, health & environment // OSHEπεριβάλλον επαγγελματικής υγείας και ασφάλειας
|
off-blockαναχώρηση από τη θέση στάθμευσης
|
offset-carrier systemσύστημα φέροντος με μετατόπιση, σύστημα μετατοπισμένου φέροντος
|
oil pressureπίεση λαδιών
|
OJTI endorsementκαταχώριση OJTI
|
omnidirectionalπαγκατευθυντικός
|
on-boardεπί του σκάφους, στο σκάφος, επινήιος
|
on-the-job training // OJTεκπαίδευση στην πράξη, επι το έργον εκπαίδευση
|
on-the-job training instructor // OJTIεκπαιδευτής [εκπαίδευσης] στην πράξη, εκπαιδευτής επί το έργον [εκπαίδευσης]
|
on-the-job training instructor endorsementκαταχώριση εκπαιδευτή [εκπαίδευσης] στην πράξη, καταχώριση εκπαιδευτή επί το έργον [εκπαίδευσης]
|
operate (to)λειτουργώ
|
operate an ATM functionality (to)εκμεταλλεύομαι μια λειτουργική δυνατότητα ΔΕΚ
|
operating organisationοργανισμός λειτουργίας
|
operational logεπιχειρησιακό ημερολόγιο
|
operational conceptεπιχειρησιακό σκεπτικό, γενικό επιχειρησιακό σχέδιο
|
operational concept document // OCDέγγραφο επιχειρησιακού σκεπτικού, έγγραφο γενικού επιχειρησιακού σχεδίου
|
operational concept visionόραμα επιχειρησιακού σκεπτικού, όραμα γενικού επιχειρησιακού σχεδίου
|
operational controlεπιχειρησιακός έλεγχος
|
operational dataεπιχειρησιακά δεδομένα
|
operational interrogator codeεπιχειρησιακός κωδικός ερωτηματοθέτη
|
operational meteorological information // OPMETεπιχειρησικακές μετεωρολογικές πληροφορίες
|
operational planσχέδιο [επιχειρησιακής] λειτουργίας, επιχειρησιακό σχέδιο
|
operational requirement // ORεπιχειρησιακή απαίτηση
|
operational stakeholdersενδιαφερόμενοι επιχειρησιακοί φορείς, επιχειρησιακοί συμφεροντούχοι
|
operator [aircraft]φορέας εκμετάλλευσης [αεροσκάφους]
|
optionεπιλογή, εναλλακτική δυνατότητα
|
orbit (το)είμαι σε τροχιά
|
organisationοργανισμός
|
organise (to)οργανώνω
|
originatorαποστολέας
|
orthometric heightορθομετρικό ύψος
|
out of orderεκτός λειτουργίας
|
out of serviceεκτός λειτουργίας
|
outage (in the context of contingency)διακοπή λειτουργίας
|
outboundαπερχόμενος
|
outer markerεξωτερικός σημαντήρας
|
over-flightυπέρπτηση
|
overload toleranceανοχή υπερφόρτωσης
|
override (to)υπερσκελίζω, υπερβαίνω, κάνω υπέρβαση
|
overrunυπέρβαση τέλους διαδρόμου [προσγείωσης], μακρά προσγείωση
|
overshootυπέρβαση τέλους διαδρόμου [προσγείωσης], μακρά προσγείωση
|
oversightεποπτεία
|
overtaking aircraftυπερφαλαγγίζον αεροσκάφος
|
overwingεπιπτερύγιος
|
own powerμε ίδια στοιχεία [ισχύος]
|
own separationμε ίδιο διαχωρισμό, με δικό μου(σου,…κοκ) διαχωρισμό
|
P
pan-european air navigation serviceπανευρωπαϊκή υπηρεσία αεροναυτιλίας
|
pan-European ATM/ANSπανευρωπαϊκή ΔΕΚ/ΥΑΝ
|
parking positionθέση στάθμευσης
|
part-task practice // PTP[πρακτική] εξάσκηση μερικού έργου
|
part-task trainer // PTTεκπαιδευτική συσκευή μερικού έργου
|
partialμερικός
|
partial outage (in the context of contingency)μερική διακοπή λειτουργίας
|
parts and appliancesεξαρτήματα και εξοπλισμός
|
pass (to)μεταβιβάζω
|
passive standπαθητική θέση στάθμευσης
|
patchesκατά ζώνες
|
pathίχνος, διαδρομή
|
pavementεπίστρωση, οδόστρωμα
|
pavement classification number // PCNαριθμός κατάταξης οδοστρώματος
|
perform (to)επιτελώ
|
performanceεπίδοση
|
performance // ALoSPαποδεκτό επίπεδο επίδοσης (της) ασφάλειας"
|
performance criteriaκριτήρια επίδοσης
|
performance indicatorδείκτης επίδοσης
|
performance monitoringπαρακολούθηση των επιδόσεων
|
performance objective[αντικειμενικός] στόχος επίδοσης
|
performance review body // PRBφορέας επανεξέτασης των επιδόσεων, φορέας ανασκόπησης των επιδόσεων
|
performance-based navigation // PBNπλοήγηση βασισμένη στις επιδόσεις, ναυτιλία βασισμένη στις επιδόσεις, επιδοσιπαγής πλοήγηση
|
performance-driven project architectureαρχιτεκτονική έργου οδηγούμενη από την επίδοση, αρχιτεκτονική έργου με γνώμονα την επίδοση
|
person involvedεμπλεκόμενο πρόσωπο
|
persons on board (passengers and crew)επιβαίνοντες (επιβάτες και πλήρωμα)
|
pilotπιλότος, χειριστής
|
pilot (to)χειρίζομαι
|
pilot common projectπιλοτικό κοινό έργο
|
pilot-in-commandκυβερνήτης
|
pilot-in-command under supervisionκυβερνήτης υπό επίβλεψη
|
pilot/driver assistance system // PDASσύστημα βοήθειας πιλότου/οδηγού
|
pitchπρόνευση, κίνηση πάνω κάτω
|
planning and implementation regional group // PIRGπεριφερειακή ομάδα σχεδιασμού και υλοποίησης
|
pointσημείο
|
ponding areaλίμνη ομβρίων υδάτων, λεκάνη κατακράτησης ομβρίων υδάτων
|
portsideαριστερή πλευρά αεροσκάφους
|
position indicationένδειξη θέσης
|
position symbolσύμβολο θέσης
|
positional responseαπόκριση με τη θέση
|
powerισχύς
|
powered-liftισχυογενής άντωση
|
practical trainingπρακτική εκπαίδευση, εκπαίδευση πρακτικής εξάσκησης
|
practiceπρακτική, [πρακτική] εξάσκηση
|
pre-flight checkέλεγχος προ πτήσης
|
pre-flight phaseστάδιο πρό πτήσης
|
precipitationυετός
|
precision approach and landing operafionsπροσεγγίσεις και προσγειώσεις ακριβείας
|
precision approach path indicator // PAPIενδείκτης ίχνους προσέγγισης ακριβείας
|
precision approach procedure // PAδιαδικασίες προσέγγισης ακριβείας
|
precision approach radar // PARραντάρ προσέγγισης ακριβείας
|
precision approach runwayδιάδρομος προσέγγισης ακριβείας
|
precision approach runway category I // CAT Iδιάδρομος προσέγγισης ακριβείας κατηγορίας Ι
|
precision approach runway category II // CAT IIδιάδρομος προσέγγισης ακριβείας κατηγορίας ΙΙ
|
precision approach runway category III // CAT IIIδιάδρομος προσέγγισης ακριβείας κατηγορίας ΙΙΙ
|
precision area navigation // P-RNAVπεριοχική ναυτιλία ακριβείας
|
precision runway monitoring // PRMπαρακολούθηση διαδρόμου ακριβείας
|
predict (to)προλέγω
|
predictabilityπρολεξιμότητα
|
preliminary reportπροκαταρκτική αναφορά
|
present weatherπαρών καιρός
|
pressure altitudeβαρομετρικό ύψος
|
pressure valueτιμή πίεσης
|
pressurisationσυμπίεση
|
pressurizationσυμπίεση
|
prevailing visibilityεπικρατούσα ορατότητα
|
primary radarπρωτεύον ραντάρ
|
primary runwayκύριος διάδρομος
|
primary surveillance radar // PSRπρωτεύον ραντάρ επιτήρησης
|
printed communicationsέντυπες επικοινωνίες
|
prior to on-the-job training // Pre-OJTπροετοιμασία για την εκπαίδευση στην πράξη, προετοιμασία για την επί το έργον εκπαίδευση
|
probability of detection // PDπιθανότητα ανίχνευσης
|
probability of detection of an alert // PDAπιθανότητα ανίχνευσης συνέγερσης
|
probability of false alert // PFAπιθανότητα εσφαλμένης συνέγερσης, πιθανότητα ψευδούς συνέγερσης
|
probability of false detection // PFDπιθανότητα εσφαλμένης ανίχνευσης, πιθανότητα ψευδούς ανίχνευσης
|
probability of false identification // PFIDπιθανότητα εσφαλμένης αναγνώρισης, πιθανότητα ψευδούς αναγνώρισης
|
probability of identification // PIDπιθανότητα αναγνώρισης
|
problematic use of substancesπροβληματική χρήση ουσιών
|
procedural controlδιαδικασιακός έλεγχος
|
procedural separationδιαδικασιακός διαχωρισμός
|
procedureδιαδικασία
|
procedure turnστροφή διαδικασίας
|
procedures for air navigation services // PANSδιαδικασίες για υπηρεσίες αεροναυτιλίας
|
processδιεργασία
|
process (to)επεξεργάζομαι
|
productπροϊόν
|
profileκατατομή, προφίλ
|
profile (or trajectory)προφίλ (ή τροχιά)
|
prohibited areaαπαγορευμένη περιοχή
|
propellerέλικα
|
protected flight zonesπροστατευμένες ζώνες πτήσης
|
protection areaπεριοχή προστασίας
|
provide (to)παρέχω
|
providerπάροχος, φορέας παροχής, παροχέας
|
provisional inabilityπροσωρινή ανικανότητα, προσωρινή αδυναμία
|
PSR blipPSR μπλίπ, μπλιπ πρωτεύοντος [ραντάρ]
|
psychoactive substancesψυχοτρόποι ουσίες, ψυχοτρόπες ουσίες
|
putting into serviceθέση σε [επιχειρησιακή] εκμετάλλευση, θέση σε υπηρεσία
|
Q
QFE // QFEQFE
|
QNH // QNHQNH
|
qualified entityειδικευμένος φορέας
|
quality assurance // QAδιασφάλιση [της] ποιότητας, εγγύηση [της] ποιότητας
|
quality control // QCέλεγχος ποιότητας
|
quality management system // QMSσύστημα διαχείρισης [της] ποιότητας
|
quality systemσύστημα ποιότητας
|
quote (to)παραθέτω
|
R
radarραντάρ
|
radar approachπροσέγγιση ραντάρ
|
radar blipμπλίπ ραντάρ
|
radar clutterπαράσιτο ραντάρ, παρασιτικό σήμα ραντάρ
|
radar contactεπαφή ραντάρ
|
radar controlέλεγχος [με] ραντάρ
|
radar controllerελεγκτής ραντάρ
|
radar displayοθόνη ραντάρ, απεικόνιση ραντάρ
|
radar echoηχώ ραντάρ
|
radar headingπορεία ραντάρ
|
radar identificationαναγνώριση ραντάρ
|
radar mapχάρτης ραντάρ
|
radar monitoringπαρακολούθηση ραντάρ
|
radar position symbol // RPSσύμβολο θέσης ραντάρ
|
radar responseαπόκριση ραντάρ
|
radar separationδιαχωρισμός ραντάρ
|
radar serviceυπηρεσία ραντάρ
|
radar trackίχνος ραντάρ
|
radar track positionθέση ίχνους ραντάρ
|
radar trackingιχνηλάτηση ραντάρ
|
radar unitμονάδα ραντάρ
|
radar vectoringκαθοδήγηση ραντάρ
|
radio beaconραδιοφάρος
|
radio bearingραδιοδιόπτευση
|
radio direction findingραδιογωνιομετρία
|
radio navigationραδιοπλοήγηση
|
radio navigation serviceυπηρεσία ραδιοπλοήγησης
|
radioactive cloudραδιενεργό νέφος
|
radiocommunication failure // RCFαπώλεια ραδιοεπικοινωνίας
|
radiodeterminationραδιοεπισήμανση, ραδιοεντοπισμός
|
radiotelephony // RTFραδιοτηλεφωνία
|
radomeκαλύπτρα
|
rainβροχή
|
ramjetαυλωθητήρας
|
ramjet engineαυλωθητήρας
|
rampπίστα
|
rapid exit taxiwayτροχόδρομος ταχείας εξόδου
|
rate of climb // ROCβαθμός ανόδου, ρυθμός ανόδου
|
rate of descent // RODβαθμός καθόδου, ρυθμός καθόδου
|
rated air traffic controllerειδικευμένος ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας, ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας κάτοχος ειδικότητας
|
ratingειδικότητα
|
rating endorsementκαταχώριση ειδικότητας
|
rating trainingεκπαίδευση ειδικότητας
|
readableαντιληπτός
|
readbackεπανάληψη [για επιβεβαίωση ορθής λήψης]
|
real equipment // REπραγματικός εξοπλισμός
|
real-timeπραγματικός χρόνος
|
receiver autonomous integrity monitoring // RAIMαυτόνομη παρακολούθηση ακεραιότητας δέκτη
|
receiving controllerλαμβάνων ελεγκτής
|
receiving unitλαμβάνουσα μονάδα
|
recent weatherπρόσφατος καιρός
|
recognise (to)αναγνωρίζω
|
record (to)καταγράφω
|
recovery [to normal perations] (in the context of contingency)ανάκτηση [κανονικής λειτουργίας], ανάκαμψη σε κανονική λειτουργία
|
reduced vertical separation minimum // RVSMμειωμένο ελάχιστο κατακόρυφου διαχωρισμού
|
regional air navigation plan // ANPσχέδιο περιοχικής αεροναυτιλίας
|
regional supplementary procedures // SUPPSπεριοχικές συμπληρωματικές διαδικασίες
|
regular stationκανονικός σταθμός
|
rejected take-offματαιωθείσα απογείωση, ματαίωση απογείωσης
|
rejected take-off areaπεριοχή ματαιωθείσας απογείωσης
|
relate (to)σχετίζω
|
relative humidityσχετική υγρασία
|
relativesσυγγενείς
|
relay (to)αναμεταδίδω
|
releaseαποδέσμευση
|
release timeχρόνος αποδέσμευσης
|
reliabilityαξιοπιστία
|
remedial trainingενισχυτική εκπαίδευση
|
rendering (a licence) validεπικύρωση (πτυχίου)
|
renewalανανέωση
|
repetitive flight plan // RPLεπαναληπτικό σχέδιο πτήσης
|
report formέντυπο αναφοράς
|
reporting pointσημείο αναφοράς
|
request flight plan // RQPαίτηση σχεδίου πτήσης
|
request supplementary flight plan // RQSαίτηση συμπληρωματικού σχεδίου πτήσης
|
required ATM system performance // RASPαπαιτούμενη επίδοση συστημάτων ΔΕΚ
|
required communication performance // RCPαπαιτούμενη επίδοση επικοινωνιών
|
required communication performance type // RCP typeτύπος απαιτούμενης επίδοσης επικοινωνιών
|
required navigation performance // RNPαπαιτούμενη επίδοση ναυτιλίας
|
required navigation performance typeτύπος απαιτούμενης επίδοσης ναυτιλίας
|
required total system performance // RTSPαπαιτούμενη συνολική επίδοση συστήματος
|
required ΑΤΜ performance // RAPαπαιτούμενη επίδοση ΔΕΚ
|
requirements (in the context of contingency)απαιτήσεις
|
requirements validityεγκυρότητα απαιτήσεων
|
rescue and fire fighting // RFFδιάσωση και πυρόσβεση
|
rescue coordination centre // RCCκέντρο συντονισμού διάσωσης, κέντρο συντονισμού έρευνας και διάσωσης
|
rescue unitμονάδα διάσωσης, μονάδα έρευνας και διάσωσης
|
resolution advisory indication // RAένδειξη σύστασης για αποφυγή εμπλοκής, ένδειξη συμβουλής επίλυσης
|
respond (to)αποκρίνομαι
|
response timeχρόνος απόκρισης
|
restricted areaπεριορισμένη περιοχή
|
revalidationεπανεπικύρωση, εκ νέου επικύρωση
|
revalidation trainingεκπαίδευση επανεπικύρωσης
|
reverse pitchανάστροφο βήμα
|
reverse thrustανάστροφη ώση
|
reversion timeχρόνος επανόδου
|
right-of-wayπροτεραιότηττα
|
rimeομιχλοκρύσταλλοι
|
riskδιακινδύνευση, ρίσκο
|
risk managementδιαχείριση διακινδύνευσης, διαχείριση ρίσκου
|
risk mitigationμετριασμός διακινδύνευσης, μετριασμός ρίσκου
|
roadδρόμος
|
road holding positionσημείο κράτησης οδικής κυκλοφορίας
|
role-play // Roleπαιχνίδι ρόλων
|
rollδιατοιχισμός , περιστροφή / κλίση στροφής
|
roll (to)στριφογυρίζω, κινούμαι προς τα εμπρός (τσουλάω)
|
rotorστροφείο
|
rotor washαπόρρευμα στροφείου
|
routeδιαδρομή
|
route and traffic orientationγενικός προσανατολισμός περί διαδρομών και κυκλοφορίας
|
route chargesτέλη διαδρομής
|
route descriptionπεριγραφή διαδρομής
|
route networkδίκτυο διαδρομών
|
route segmentτμήμα διαδρομής
|
route stageσκέλος διαδρομής
|
routineσυνήθης, τακτικός
|
routine inspectionτακτική επιθεώρηση
|
routine weather reports broadcast on VHF // VOLMETεκπομπή στα VHF συνήθων αναφορών καιρού , εκπομπή στα VHF τακτικών αναφορών καιρού
|
routine [meteorological] reportσυνήθης [μετεωρολογική] αναφορά, τακτική [μετεωρολογική] αναφορά
|
routingόδευση, δρομολόγηση
|
routing areaπεριχοχή οδεύσεων
|
rudderπηδάλιο διεύθυνσης
|
run-upδοκιμή κινητήρα
|
runwayδιάδρομος
|
runway centreline[κεντρικός] άξονας διαδρόμου, κεντρική γραμμή διαδρόμου
|
runway contaminationρύπανση διαδρόμου, επικαθίσεις διαδρόμου
|
runway depositsσυσσωρεύσεις διαδρόμου
|
runway designatorενδείκτης διαδρόμου
|
runway edge lightingπλευρικός φωτισμός διαδρόμου, φωτισμός πλευρικού άκρου διαδρόμου
|
runway end safety area // RESAπεριοχή ασφαλείας τέλους διαδρόμου, περιοχή ασφαλείας πέρατος διαδρόμου
|
runway excursionυπέρβαση ορίων διαδρόμου
|
runway foamingεπίστρωση διαδρόμου με αφρό
|
runway guard lightsπροειδοποιητικά φώτα προστασίας διαδρόμου
|
runway holding positionσημείο κράτησης διαδρόμου
|
runway in useεν χρήσει διάδρομος, διάδρομος σε χρήση
|
runway incursionπαρείσφρηση στον διάδρομο
|
runway shoulderέρεισμα διαδρόμου
|
runway stripλωρίδα διαδρόμου
|
runway turn padπέλμα στροφής διαδρόμου
|
runway visual range // RVRορατή εμβέλεια διαδρόμου, ορατή απόσταση διαδρόμου
|
S
safetyασφάλεια (από ακούσιους παράγοντες)
|
safety action group // SAGομάδα δράσης για την ασφάλεια
|
safety areaπεριοχή ασφαλείας
|
safety argumentεπιχειρηματολογία ασφάλειας, επιχείρημα ασφάλειας
|
safety assuranceεγγύηση [της[ ασφάλειας, διασφάλιση [της[ ασφάλειας
|
safety caseυπόθεση ασφάλειας
|
safety data collection and processing system // SDCPSσύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων ασφάλειας
|
safety directiveοδηγία ασφάλειας
|
safety investigationδιερεύνηση ασφάλειας
|
safety management manual // SMMεγχειρίδιο διαχείρισης [της] ασφάλειας
|
safety management system // SMSσύστημα διαχείρισης [της] ασφάλειας
|
safety management system manual // SMSMεγχειρίδιο συστήματος διαχείρισης [της] ασφάλειας
|
safety objective[αντικειμενικός] στόχος ασφάλειας
|
safety performanceεπίδοση [της] ασφάλειας
|
safety performance indicatorδείκτης επίδοσης [της] ασφάλειας
|
safety programmeπρόγραμμα ασφάλειας
|
safety recommendationσύσταση ασφάλειας
|
safety regulation commission // SRCεπιτροπή κανονισμών ασφάλειας
|
safety regulation unit // SRUμονάδα κανονισμών ασφάλειας
|
safety regulatory auditκανονιστικός έλεγχος [της] ασφάλειας, κανονιστική επιθεώρηση [της] ασφάλειας
|
safety regulatory requirementsκανονιστικές απαιτήσεις [της] ασφάλειας
|
safety requirementαπαίτηση ασφάλειας
|
safety review board // SRBσυμβούλιο ανασκόπησης ασφάλειας
|
safety riskδιακινδύνευση ασφάλειας
|
safety risk management // SRMδιαχείριση διακινδύνευσης ασφάλειας
|
safety−sensitive personnelκρίσιμο για την ασφάλεια προσωπικό
|
sand // SAάμμος
|
sandstorm // SSαμμοθύελλα
|
satellite distribution system (for information relating to air navigation) // SADISδορυφορικό σύστημα διανομής (πληροφοριών που σχετίζονται με την αεροναυτιλία)
|
satellite-based augmentation system // SBASδορυφορικό σύστημα φασματικής επαύξησης
|
scan (to)σαρώνω
|
seamless operationαρραγής λειτουργία
|
seamlessnessτο αρραγές [της λειτουργίας]
|
search and rescueέρευνα και διάσωση
|
secondary radar // SSRδευτερεύον ραντάρ
|
secondary surveillance radar // SSRδευτερεύον ραντάρ επιτήρησης
|
sectorτομέας
|
sector configurationδιάταξη τομέων, συνδυασμός τομέων
|
sectorisationτομεοποίηση
|
securityπροστασία [από έκνομες ενέργειες], ασφάλεια από έκνομες ενέργειες
|
security management system // SeMSσύστημα διαχείρισης [της] προστασίας
|
segregated parallel operationsδιάκριτες παράλληλες λειτουργίες
|
SELCAL (Selective Calling) // SELCALSELCAL (επιλεκτική κλήση)
|
selective call // SELCALεπιλεκτική κλήση
|
self study // SlfSαυτομελέτη
|
sending controllerαποστέλλων ελεγκτής
|
sending unitαποστέλλουσα μονάδα
|
separationδιαχωρισμός
|
separation minimaελάχιστα διαχωρισμού
|
separation modeτρόπος διαχωρισμού, μέθοδος διαχωρισμού
|
separation provisionπαροχή διαχωρισμού
|
separation provision intervention capabilityδυνατότητα παρέμβασης στην παροχή διαχωρισμού
|
separatorφορέας παροχής διαχωρισμού
|
sequencing (of traffic)διευθέτηση (κυκλοφορίας), ακολουθιακοποίηση (κυκλοφορίας)
|
serious incidentσοβαρό συμβάν
|
serious injuryσοβαρός τραυματισμός
|
serviceυπηρεσία (ως έννοια παροχής εξυπηρέτησης)
|
service continuity (in the context of contingency)συνέχεια υπηρεσίας
|
service delivery managementδιαχείριση παράδοσης υπηρεσίας
|
service roadοδός εξυπηρέτησης
|
servicesυπηρεσίες
|
SESAR joint undertakingκοινή επιχείρηση SESAR
|
severeισχυρός, έντονος
|
severe icing // SEV ICEισχυρή παγοποίηση
|
severe mountain waves // SEV MTWισχυρά κύματα όρους
|
severe squall line // SEV SQLισχυρή γραμμή λαίλαπας
|
severe turbulence // SEV TURBισχυρές αναταράξεις
|
severe wind shearισχυρός διατμητικός άνεμος
|
shallπρέπει
|
shallow // MIρηχός
|
shipboard heliportελικοδρόμιο επί πλοίου, επινήιο ελικοδρόμιο
|
shorelineακτογραμμή
|
short term conflict alert // STCAβραχυπρόθεσμη συνέγερση εμπλοκής
|
short-term outage (in the context of contingency)βραχυχρόνια διακοπή λειτουργίας, διακοπή λειτουργίας μικρής διάρκειας
|
shouldθα πρέπει
|
shoulderέρεισμα
|
showers // SHόμβροι
|
sideslipπλαγιολίσθηση
|
SIGMET informationπληροφορίες SIGMET
|
signπινακίδα
|
sign a maintenance release (to)υπογράφω τεχνική αποδέσμευση
|
signal areaπεριοχή σημάτων
|
significantσημαντικός
|
significant meteorological information // SIGMETσημαντικές μετεωρολογικές πληροφορίες
|
significant pointσημαντικό σημείο
|
simplexμονόδρομος, μίας κατεύθυνσης
|
simulation // Simπροσομοίωση
|
simulator // Simπροσομοιωτής
|
simultaneous modeταυτόχρονος τρόπος, ταυτόχρονη μέθοδος
|
simultaneous operationsταυτόχρονες λειτουργίες |
single european sky // SESενιαίος ευρωπαϊκός ουρανός
|
single european sky air traffic management research and development // SESARέρευνα και ανάπτυξη για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στον ενιαίο ευρωπαϊκό ουρανό
|
sink rateβαθμός καθόδου, βαθμός βύθισης
|
situation displayαπεικόνιση [της] κατάστασης
|
situational awarenessενημερότητα σχεικά με την(-ις) κατάσταση(-εις), επίγνωση [της(-ων)] καταστάσης(-εων)
|
skillδεξιότητα
|
skill acquisition // SAαπόκτηση δεξιότητας[-ων]
|
skill practice // Pract[πρακτική] εξάσκηση δεξιότητας(-ων)
|
slant visual range // SVRπλάγια οπτική εμβέλεια
|
slatπτερύγιο υπερστήριξης (σχισμή χείλους προσβολής)
|
slippery (runway)ολισθηρός (διαδρομος)
|
slipstreamελικόρρευμα
|
slushλάσπη χιονιού, χιονόλασπη
|
small hail // GSμικρή χάλαζα ή/και σβόλοι χιονιού
|
smoke // FUκαπνός
|
snow (on the ground)χιόνι (στο έδαφος)
|
snow // SNχιόνι
|
snow grainsκόκκοι χιονιού
|
snowtamαγγελία χιονιού
|
softwareλογισμικό
|
software capacityδυναμικότητα λογισμικού
|
software componentsστοιχεία λογισμικού
|
software failureαστοχία λογισμικού
|
software life cycleκύκλος ζωής [του] λογισμικού
|
software life cycle dataδεδομένα [του] κύκλου ζωής [του] λογισμικού
|
software malfunctionδυσλειτουργία λογισμικού
|
software resource usageχρήση [των] πόρων λογισμικού
|
software robustnessανθεκτικότητα λογισμικού
|
software safety requirementαπαίτηση ασφάλειας λογισμικού
|
software timing performancesεπιδόσεις απόκρισης [του λογισμικού
|
software/hardware/environment/liveware/liveware // SHELLλογισμικό/υλισμικό/περιβάλλον/άνθρωπος/άνθρωπος
|
solo flight timeχρόνος πτήσης σόλο
|
spacingδιαπόσταση
|
special committee on future air navigation systems // FANSειδική επιτροπή για μελλοντικά συστήματα αεροναυτιλίας
|
special use airspace // SUAεναέριος χώρος ειδικής χρήσης
|
special VFR flight // SVFRειδική πτήση VFR
|
special [meteorological] reportειδική [μετεωρολογική] αναφορά, έκτακτη [μετεωρολογική] αναφορά
|
speed breakαερόφρενο
|
spillageδιαρροή (υγρού), κηλίδα από διαρροή (υγρού)
|
spoilerφθορέας άντωσης
|
squall // SQλαίλαπα
|
squawkβάζω κωδικό, βάζω κώδικα
|
SSR codeκωδικός SSR, κώδικας SSR
|
SSR responseαπόκριση SSR
|
stabilized approachσταθεροποιημένη προσέγγιση
|
stabilizer (horizontal)(οριζόντιος) σταθεροποιητής, (οριζόντιο) ουραίο πτέρωμα
|
stallαπώλεια στήριξης
|
stall speedταχύτητα απώλειας στήριξης
|
standθέση [στάθμευσης]
|
standard (instrument) arrival // STARτυποποιημένη (ενόργανη) άφιξη
|
standard altimeter settingτυπική ρύθμιση υψομέτρου
|
standard instrument arrivalτυποποιημένη ενόργανη άφιξη
|
standard instrument departure // SIDτυποποιημένη ενόργανη αναχώρηση
|
standard operating procedures // SOPτυποποιημένες διαδικασίες λειτουργίας
|
standardised european rules of the air // SERAτυποποιημένοι ευρωπαϊκοί κανόνες αέρος
|
standards and recommended practices // SARPsπρότυπα και συνιστώμενες πρακτικές
|
starboardδεξιά πλευρά αεροσκάφους
|
state (to)εκθέτω
|
state aircraftκρατικό αεροσκάφος
|
state of designκράτος σχεδιασμού, χώρα σχεδιασμού
|
state of manufactureκράτος κατασκευής, χώρα κατασκευής
|
state of occurrenceκράτος περιστατικού, χώρα περιστατικού
|
state of registryκράτος νηολόγησης, χώρα νηολόγησης
|
state of the operatorκράτος του εκμεταλλευόμενου, χώρα του εκμεταλλευόμενου
|
state of the runwayκατάσταση του διαδρόμου
|
state safety programme // SSPκρατικό πρόγραμμα ασφάλειας
|
static load-bearing surfaceστατική φέρουσα επιφάνεια
|
station declinationαπόκλιση σταθμού
|
step-by-step modeβηματοπορικός τρόπος
|
stop barsσυστοιχία φώτων ακινητοποίησης
|
stopwayπεριοχή ακινητοποίησης
|
straight and level flightευθεία και οριζοντία πτήση
|
straight-in-approachκατευθείαν προσέγγιση
|
strategic actionστρατηγική ενέργεια
|
stratocumulus // SCστρωματοσωρείτες
|
stratus // STστρώματα
|
stressστρές, πίεση
|
strobe lightsστροβοσκοπικά φώτα
|
strong wind shearδυνατός διατμητικός άνεμος
|
student air traffic controllerμαθητευόμενος ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας
|
student ATCOμαθητευόμενος ΕΕΚ
|
sub-systemυποσύστημα
|
sub-topicυποθέμα
|
subjectθεματική ενότητα, θέμα
|
super heavy aircraftυπερβαρύ (βάσει αεροδινών) αεροσκάφος
|
supersonic transport // SSTυπερηχητική μεταφορά
|
supplementary flight plan // SPLσυμπληρωματικό σχέδιο πτήσης
|
support servicesυποστηρικτικές υπηρεσίες
|
surface movement guidance and control system // SMGCSσύστημα καθοδήγησης και ελέγχου κινήσεων επιφανείας
|
surface movement radar // SMRραντάρ κινήσεων επιφανείας
|
surface surveillance data server // SSDSεξυπηρετητής δεδομένων επιτήρησης επιφανείας
|
surface windάνεμος επιφανείας
|
surface-level heliportελικοδρόμιο στο επίπεδο της επιφάνειας, ελικοδρόμιο επιπέδου επιφανείας
|
surveillanceεπιτήρηση
|
surveillance chainαλυσίδα επιτήρησης
|
surveillance dataδεδομένα επιτήρησης
|
surveillance data processing system // SDPSσύστημα επεξεργασίας [των] δεδομένων επιτήρησης
|
surveillance identifier codeαναγνωριστικός κωδικός επιτήρησης
|
surveillance radarραντάρ επιτήρησης
|
surveillance servicesυπηρεσίες επιτήρησης
|
survival equipmentεξοπλισμός επιβίωσης
|
switch-over time (light)χρόνος μεταγωγής (φωτός)
|
syllabusδιδακτέα ύλη
|
synthetic displayσυνθετική απεικόνιση
|
synthetic training device // STDσυνθετική εκπαιδευτική συσκευή
|
synthetic training device instructor endorsement // STDIκαταχώριση εκπαιδευτή συνθετικής εκπαιδευτικής συσκευής
|
systemσύστημα
|
system accuracyορθότητα συστήματος
|
system availabilityδιαθεσιμότητα συστήματος
|
system continuityσυνέχεια συστήματος
|
system integrityακεραιότητα συστήματος
|
system of assessing aviation’s global emissions // SAGEσύστημα αξιολόγησης [των] συνολικών εκπομπών της αεροπορίας
|
system reliabilityαξιοπιστία συστήματος
|
system safety approachσυστημική προσέγγιση ασφάλειας
|
system safety requirementαπαίτηση ασφάλειας συστήματος
|
system-wide Information management // SWIMολοσυστημική διαχείριση πληροφοριών
|
T
tabπτερυγίδιο
|
tabular displayπινακοειδής απεικόνιση, πινακοειδής οπτική παρουσίαση
|
tailουρά
|
tail finουραίο πτερύγιο
|
tail rotorουραίο στροφείο
|
tailwindούριος άνεμος
|
take account of (to)λαμβάνω υπόψη
|
take off distance available // TODAδιαθέσιμη απόσταση απογείωσης
|
take off run available // TORAδιαθέσιμο για απογείωση μήκος διαδρόμου
|
take-off alternateεναλλακτικό [αεροδρόμιο] απογείωσης
|
take-off runδιαδρόμηση απογείωσης, μήκος απογείωσης
|
take-off runwayδιάδρομος απογείωσης
|
tanker aircraftβυτιοφόρο αεροσκάφος
|
targetστόχος
|
target level of safety // TLSεπιθυμητό επίπεδο ασφάλειας
|
taskέργο, καθήκον
|
taxi (to)τροχοδρομώ
|
taxi-routeδιαδρομή τροχοδρόμησης
|
taxiingτροχοδρόμηση
|
taxilaneτροχοδίοδος, λωρίδα τροχοδρόμησης
|
taxiwayτροχόδρομος
|
taxiway intersectionδιασταύρωση τροχοδρόμων
|
taxiway shoulderέρεισμα τροχοδρόμου
|
taxiway stripλωρίδα τροχοδρόμου
|
team resource management // TRMδιαχείριση πόρων ομάδας
|
team simulation // TSimπροσομοίωση [λειτουργιών] ομάδας
|
temperature inversionαναστροφή θερμοκρασίας
|
temporalχρονικός
|
temporary fluctuations are forecast to // TEMPOοι προσωρινές διακυμάνσεις προβλέπεται να
|
temporary segregated area // TSAπαροδικά απομονωμένη περιοχή
|
terminal area (aerodrome) forecast // TAFπρόγνωση τερματικής περιοχής (αεροδρομίου)
|
terminal area proceduresδιαδικασίες τερματικής περιοχής
|
terminal area sequencingδιευθέτηση [της] κυκλοφορίας εντός τερματικής περιοχής, ακολουθιακοποίηση [της] κυκλοφορίας εντός τερματικής περιοχής
|
terminal chargesτέλη τερματικής [περιοχής], τερματικά τέλη
|
terminal charging zoneζώνη χρέωσης τελών τερματικής [περιοχής], ζώνη χρέωσης τερματικών τελών
|
terminal control area // TMAτερματική περιοχή ελέγχου
|
terminal manoeuvring area // TMAτερματική περιοχή ελιγμών
|
test flightδοκιμαστική πήση
|
the change is forecast to // BECMGη αλλαγή προβλέπεται να
|
theoretical trainingθεωρητική εκπάιδευση
|
third countriesτρίτες χώρες
|
threatαπειλή
|
threat managementδιαχείριση απειλών
|
threshold // THRκατώφλι, κατώφλιο
|
throughputδιεκπεραιωτικότητα, ρυθμός εξυπηρέτησης
|
thrustώση
|
thunderstorm // TSκαταιγίδα
|
time difference of arrival // TDOAχρονική διαφορά άφιξης
|
time division multiple access // TDMAπολλαπλή πρόσβαση διαίρεσης χρόνου
|
time of applicabilityχρόνος εφαρμοσιμότητας, χρόνος εφαρμογής
|
timelinessεπικαιρότητα
|
tipακροπτερύγιο
|
tireελαστικό
|
tire burstθραύση ελαστικού [επισώτρου]
|
top level hazard // TLHκίνδυνος ανωτάτου επιπέδου
|
topicθέμα
|
tornadoσίφωνας ξηράς
|
total estimated elapsed timeσυνολικός υπολογιζόμενος [απαιτούμενος] χρόνος, υπολογιζόμενη συνολική διάρκεια πτήσης
|
total outage (in the context of contingency)ολική διακοπή λειτουργίας
|
touch and goεπαφή και αναχώρηση
|
touchdownσημείο επαφής διαδρόμου, σημείο προσεδάφισης
|
touchdown and lift-off area // TLOFπεριοχή προσεδάφισης και ανύψωσης, περιοχή προσεδάφισης και απογείωσης
|
touchdown zone // TDZζώνη επαφής διαδρόμου, ζώνη προσεδάφισης
|
tow barράβδος ρυμούλκησης, δοκός ζεύξης ελκυστήρα
|
tow truckρυμουλκό
|
tower control unit // TWRμονάδα πύργου ελέγχου
|
towering cumulus // TCUπυργοειδής σωρείτης
|
trackίχνος
|
trackingιχνηλάτηση
|
traffic advisory indication // TAσυμβουλευτική ένδειξη κυκλοφορίας
|
traffic avoidance adviceσυμβουλή αποφυγής κυκλοφορίας
|
traffic informationπληροφορία κυκλοφορίας
|
traffic synchronizationσυγχρονισμός κυκλοφορίας
|
trainee air traffic controllerεκπαιδευόμενος ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας
|
trainee ATCOεκπαιδευόμενος ΕΕΚ
|
trainingεκπαίδευση, κατάρτιση
|
training courseεκπαιδευτική σειρά
|
training eventεκπαιδευτική δραστηριότητα, μάθημα
|
training event planσχέδιο εκπαιδευτικής δραστηριότητας, σχέδιο μαθήματος
|
training mediaεκπαιδευτικά μέσα
|
training methodεκπαιδευτική μέθοδος
|
training objective[αντικειμενικός] εκπαιδευτικός στόχος
|
training organisationεκπαιδευτικός οργανισμός, εκπαιδευτικός φορέας
|
training phaseφάση εκπαίδευσης, εκπαιδευτική φάση
|
training planσχέδιο εκπαίδευσης, πλαίσιο εκπαίδευσης
|
training programεκπαιδευτικό πρόγραμμα
|
trajectory (or profile)τροχιά
|
transfer (to)μεταβιβάζω, μεταφέρω
|
transfer flight levelμεταβιβαζόμενο επίπεδο πτήσης
|
transfer of controlμεταβίβαση [του] ελέγχου
|
transfer of control pointσημείο μεταβίβασης ελέγχου
|
transferring unitμεταβιβάζουσα μονάδα
|
transferring controllerμεταβιβάζων ελεγκτής
|
transferring unit/controllerμεταβιβάζουσα μονάδα / μεταβιβάζων ελεγκτής
|
transition altitudeμεταβατικό απόλυτο ύψος
|
transition layerμεταβατικό στρώμα
|
transition levelμεταβατικό επίπεδο [πτήσης]
|
transitional trainingμεταβατική εκπαίδευση
|
transponderαναμεταδότης, αποκριτής
|
transport type state aircraftκρατικό αεροσκάφος μεταφορικού τύπου
|
trend forecastπρόγνωση τάσης
|
triageδιαλογή (χώρος διαλογής θυμάτων σε αεροπορικό ατύχημα)
|
tributary stationυποσταθμός
|
tropical cyclone advisory centre // TCACσυμβουλευτικό κέντρο τροπικών κυκλώνων
|
true airspeed // TASαληθής ταχύτητα αέρος
|
turbofan engineστροβιλοκινητήρας διπλής ροής
|
turbojet engineστροβιλοκινητήρας
|
turboprop engineελικοστροβιλοκινητήρας
|
turbulence // TURBαναταράξεις
|
type of trainingείδος εκπαίδευσης, τύπος εκπαίδευσης
|
U
UHF tactical air navigation aid // TACANUHF ραδιοβοήθημα τακτικής αεροναυτιλίας
|
ultra high frequency direction finder // UDFραδιογωνιόμετρο υπερυψηλής συχνότητας, ραδιογωνιόμετρο πάρα πολύ υψηλής συχνότητας
|
ultra-high frequency // UHFυπερυψηλή συχνότητα, πάρα πολύ υψηλή συχνότητα
|
uncertainty phase // INCERFAφάση αβεβαιότητας
|
undercarriage systemσύστημα προσγείωσης
|
unforseen outage (in the context of contingency)απρόβλεπτη διακοπή λειτουργίας
|
unit competence scheme // UCSσχέδιο επιχειρησιακής επάρκειας [προσωπικού] μονάδας
|
unit endorsementκαταχώριση εκπαιδευτή
|
unit rateτιμή μονάδας
|
unit trainingεκπαίδευση στη μονάδα, εκπαίδευση μονάδας
|
unit training plan // UTPπλαίσιο εκπαίδευσης μονάδας
|
universal safety oversight audit programme // USOAPπαγκόσμιο πρόγραμμα επιθεωρήσεων εποπτείας της ασφάλειας
|
unlawful interferenceπαράνομη παρέμβαση, έκνομη ενέργεια
|
unlimited route conceptτο σκεπτικό των απεριόριστων [εναέριων] διαδρομών
|
unmanned aerial vehicle // UAVμη επανδρωμένο αεροσκάφος, μη επανδρωμένο όχημα αέρος
|
unmanned free balloonμη επανδρωμένο ελεύθερο αερόστατο
|
unstabilized approachμη σταθεροποιημένη προσέγγιση
|
unusual situationασυνήθης κατάσταση
|
update (to)επικαιροποιώ
|
updated flight positionεπικαιροποιημένη θέση πτήσης
|
upgradeαναβάθμιση
|
upper control area // UTAανώτερη περιοχή ελέγχου
|
upper deckανώτερο πάτωμα (καμπίνας αεροσκάφους)
|
upper windανώτεροι άνεμοι
|
upwashανώρευμα
|
urgencyεπείγουσα ανάγκη, επείγουσα κατάσταση, επείγον
|
urgency signalσήμα επείγουσας ανάγκης, σήμα επείγοντος
|
usability factorσυντελεστής χρήσης
|
use (to)χρησιμοποιώ
|
user of air navigation servicesχρήστης υπηρεσιών αεροναυτιλίας, χρήστης αεροναυτιλιακών υπηρεσιών
|
user required routeαπαιτούμενη διαδρομή χρήστη
|
user(s)χρήστη(-ε)ς
|
V
validationεπικύρωση
|
vapour trailίχνος συμπύκνωσης
|
variable pitch propellerέλικα μεταβαλλόμενου βήματος
|
vectoringκαθοδήγηση
|
vendilationεξαερισμός
|
verificationεπαλήθευση
|
verify (to)επαληθεύω
|
vertical separationκατακόρυφος διαχωρισμός
|
vertical navigation // VNAVκατακόρυφη ναυτιλία, κατακόρυφη ναυσιπλοΐα
|
vertical stabilizerκατακόρυφος σταθεροποιητής , κατακόρυφο ουραίο πτέρωμα, κατακόρυφο σταθερό
|
vertical take-off and landingκατακόρυφη απογείωση και προσγείωση
|
vertical visibilityκατακόρυφη ορατότητα
|
very high frequency // VHFπολύ υψηλή συχνότητα
|
very high frequency direction finder // VDFραδιογωνιόμετρο πολύ υψηλής συχνότητας
|
very high frequency direction finding station // VDFραδιογωνιομετρικός σταθμός πολύ υψηλής συχνότητας
|
very high frequency omnidirectional radio range // VORπαγκατευθυντικός ραδιοφάρος πολύ υψηλής συχνότητας
|
very high frequency omnidirectional radio range / UHF tactical air navigation aid // VORTACπαγκατευθυντικός ραδιοφάρος πολύ υψηλής συχνότητας / UHF ραδιοβοήθημα τακτικής αεροναυτιλίας // VORTAC
|
very important person // VIPπολύ σημαντικό πρόσωπο
|
VFR flightπτήση VFR
|
VHF assignmentsεκχώρηση συχνοτήτων VHF
|
VHF digital link // VDLψηφιακή ζεύξη VHF
|
VHF omnidirectional radio range // VORπαγκατευθυντικός ραδιοφάρος VHF
|
visibilityορατότητα
|
visual aids // Vslοπτικά βοηθήματα
|
visual approachεξ όψεως προσέγγιση
|
visual approach slope indicator // VASISενδείκτης κλίσης εξ όψεως προσέγγισης
|
visual descent point // VDPσημείο εξ όψεως καθόδου
|
visual docking guidance system // VDGSσύστημα οπτικής καθοδήγησης για στάθμευση
|
visual flight rules // VFRκανόνες πτήσης εξ όψεως // VFR
|
visual flight rules flightπτήση σύμφωνα με τους κανόνες πτήσης εξ όψεως
|
visual meteorological conditions // VMCμετεωρολογικές συνθήκες πτήσης εξ όψεως
|
voice−ATISφωνητικό ATIS
|
volcanic ashηφαιστειακή τέφρα
|
volcanic ash advisory centre // VAACσυμβουλευτικό κέντρο ηφαιστειακής τέφρας
|
volcanic eruptionηφαιστειακή έκρηξη
|
vortexστρόβιλος
|
W
wakeαπόρρευμα
|
wake turbulenceαεροδίνες
|
warningπροειδοποίηση
|
water patchesλιμνάζοντα νερά
|
waterspoutθαλάσσιος σίφωνας
|
waypointσημείο διαδρομής
|
web-based training // WBTεκπαίδευση βασισμένη στο διαδίκτυο, ιστοπαγής εκπαίδευση
|
wet (runway)βρεγμένος (διάδρομος)
|
wet snowυγρό χιόνι
|
wheel wellυποδοχή τροχών συστήματος προσγείωσης
|
whirlwindανεμοστρόβιλος
|
wide body aircraftαεροσκάφος φαρδιάς ατράκτου
|
winching areaπεριοχή (απ-)αγκίστρωσης
|
wind directionκατεύθυνση ανέμου, διεύθυνση ανέμου
|
wind quality flagσημαιάκι ποιότητας ανέμου
|
wind shearδιατμητικός άνεμος
|
wind speedταχύτητα ανέμου
|
wingπτέρυγα
|
wing spanεκπέτασμα
|
wing tipακροπτερύγιο
|
work in progressέργασίες σε εξέλιξη, εργασίες υπό εκτέλεση
|
working positionθέση εργασίας
|
world area forecast centre // WAFCπαγκόσμιο περιοχικό σύστημα πρόγνωσης
|
world area forecast system // WAFSπαγκόσμιο περιοχικό σύστημα πρόγνωσης
|
world geodetic system - 1984 // WGS-84παγκόσμιο γεωδαιτικό σύστημα - 1984
|
world meteorological organization // WMOπαγκόσμιος μετεωρολογικός οργανισμός
|
world radiocommunication conference // WRCπαγκόσμια διάσκεψη ραδιοεπικοινωνιών
|
Y
yawπαρέκκλιση, κίνηση δεξιά αριστερά
|