Σάββατο, 18 Μάιος 2024, 2:14 μμ
Ιστότοπος: Σχολή Πολιτικής Αεροπορίας
Μάθημα: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms /ABRIVIATION LIST (ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΔΕΚ (ΑΤΜ))
Γλωσσάριο: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms
C

commercial air transport

εμπορική αερομεταφορά, εμπορική αεροπορική μεταφορά

commercial air transport movements

κινήσεις εμπορικών αερομεταφορών, εμπορικές αεροπορικές κινήσεις

commercial air transport operation

δραστηριότητα εμπορικής αερομεταφοράς, λειτουργία εμπορικής αερομεταφοράς

commercial operation

εμπορική δραστηριότητα

commercially important person // CIP

εταιρικός επίσημος

committee on aviation environmental protection // CAEP

επιτροπή για την αεροπορική περιβαλλοντική προστασία

common ICAO data interchange network // CIDIN

κοινό δίκτυο ICAO για ανταλλαγή δεδομένων

common point

κοινό σημείο

communication services

υπηρεσίες επικοινωνιών

communications // COM

επικοινωνίες