Πέμπτη, 16 Ιανουάριος 2025, 4:49 μμ
Ιστότοπος: Σχολή Πολιτικής Αεροπορίας
Μάθημα: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms (ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΔΕΚ (ΑΤΜ))
Γλωσσάριο: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms
D
danger areaεπικίνδυνη περιοχή
|
dangerous goodsεπικίνδυνα υλικά, επιβλαβή υλικά
|
dataδεδομένα, στοιχεία
|
data conventionσύμβαση δεδομένων
|
data link ATIS // D-ATISATIS [μέσω] ζεύξης δεδομένων
|
data link communicationsεπικοινωνίες [μέσω] ζεύξης δεδομένων
|
data link initiation capabilityεφαρμογή έναρξης ζεύξης δεδομένων
|
data link manager // DLMδιαχειριστής ζεύξης δεδομένων
|
data link VOLMET // D-VOLMETVOLMET μέσω ζεύξης δεδομένων
|
data processingεπεξεργασία δεδομένων
|
data qualityποιότητα δεδομένων
|
datumδεδομένο [αναφοράς]
|
de-briefing // Debriefμετασυνόψιση
|
de-icing/anti-icing facilityεγκατάσταση από-παγοποίησης/αντι-παγοποίησης, ευκολία από-παγοποίησης/αντι-παγοποίησης
|
de-icing/anti-icing padχώρος αποπαγοποίησης / αντιπαγοποίησης, εξέδρα αποπαγοποίησης/αντιπαγοποίησης
|
deadstick landingπροσγείωση χωρίς ισχύ
|
debrisκατάλοιπα, απορρίμματα
|
decision altitude // DAαποφασιστικό απόλυτο ύψος
|
decision altitude/height // DA/Hαποφασιστικό απόλυτο/σχετικό ύψος
|
decision height // DHαποφασιστικό σχετικό ύψος
|
declarationδήλωση
|
declared capacityδηλωμένη χωρητικότητα
|
declared distancesδηλωμένες αποστάσεις
|
decode (to)αποκωδικοποιώ
|
decoderαποκωδικοποιητής
|
defensesαμυντικοί μηχανισμοί, άμυνες
|
define (to)ορίζω
|
degraded modes of operation (in the context of contingency)υποβαθμισμένοι τρόποι λειτουργίας, καταστάσεις υποβαθμισμένης λειτουργίας
|
delay // DLAκαθυστέρηση
|
delegate (to)μεταβιβάζω αρμοδιότητα
|
demandζήτηση
|
demand and capacity balancing // DCBεξισορρόπηση [μεταξύ] ζήτησης και χωρητικότητας
|
demonstrate (to)επιδεικνύω
|
departing flightπτήση αναχώρησης
|
departure // DEPαναχώρηση
|
departure manager // DMANσύστημα διαχείρισης αναχωρήσεων
|
departure pointσημείο αναχώρησης
|
dependent parallel approachesεξαρτημένες παράλληλες προσεγγίσεις
|
depletion of fire coverυποβάθμιση πυροσβεστικής κάλυψης
|
depletion of fire fighting servicesυποβάθμιση υπηρεσιών πυρόσβεσης
|
deploymentανάπτυξη, εξάπλωση
|
deployment managerομάδα διαχείρισης ανάπτυξης
|
deployment target dateεπιδιωκόμενη ημερομηνία ανάπτυξης
|
describe (to)περιγράφω
|
designated operational coverageκατασημασμένη επιχειρησιακή κάλυψη, προσδιορισμένη επιχειρησιακή κάλυψη
|
designatorκατασήμανση, προσδιοριστής
|
destination alternateεναλλακτικό [αεροδρόμιο] προορισμού
|
detect (to)ανιχνεύω, εντοπίζω
|
determined costsκαθορισμένο κόστος
|
DETRESFADETRESFA
|
deviationαπόκλιση, παρεκτροπή
|
deviceσυσκευή, διάταξη
|
dew pointσημείο δρόσου
|
differential global navigation satellite system // D-GNSSδιαφορικό παγκόσμιο δορυφορικό σύστημα πλοήγησης
|
differentiate (to)διακρίνω
|
digital meteorological information for aircraft in flight // D-VOLMETψηφιακές μετεωρολογικές πληροφορίες για αεροσκάφη εν πτήσει
|
dinghiesσωσίβιες λέμβοι
|
direction findingπροσδιορισμός κατεύθυνσης, ραδιογωνιομετρία
|
director general of civil aviation // DGCAγενικός διευθυντής πολιτικής αεροπορίας
|
discrete codeδιάκριτος κωδικός
|
discrete SSR codeδιάκριτος SSR κωδικός
|
displaced thresholdμετατοπισμένο κατώφλι
|
displayαπεικόνιση, οθόνη
|
distance from touchdown indicator // DFTIενδείκτης απόστασης από το σημείο επαφής διαδρόμου, ενδείκτης απόστασης από το σημείο προσεδάφισης
|
distance measuring equipment // DMEεξοπλισμός μέτρησης αποστάσεων
|
distress phaseφάση κινδύνου
|
ditching(αναγκαστική) προσθαλάσσωση
|
diversionεκτροπή, αλλαγή προορισμού
|
divert (to)εκτρέπω, αλλάζω προορισμό
|
divert arrivalάφιξη [εξ] εκτροπής, άφιξη κατόπιν αλλαγής προορισμού
|
document // DOCεγχειρίδιο
|
downlinkκατερχόμενη(ς) ζεύξη(ς), καθοδική(ς) ζεύξη(ς)
|
downlinked aircraft identificationαναγνώριση αεροσκάφους διαβιβαζόμενη με καθοδική ζεύξη
|
downstream clearanceεξουσιοδότηση συνέχειας
|
downstream data authorityαρχή δεδομένων στη συνέχεια της διαδρομής
|
downwashκατώρευμα
|
downwindυπήνεμο
|
dragοπισθέλκουσα
|
draw (to)σχεδιάζω
|
driftέκπτωση
|
drizzle // DZψεκάδες βροχής
|
dry snowξηρό χιόνι
|
dual instruction timeχρόνος εκπαίδευσης σε διπλό χειρισμό
|
dump (runway)υγρός (διάδρομος)
|
duplexαμφίδρομος, διπλής κατεύθυνσης
|
dust (widespread) // DUσκόνη (διασκορπισμένη)
|
dust / sand whirls (dust devils) // POστρόβιλοι σκόνης / άμμου (κονιορτοστρόβιλοι)
|
duststorm // DSκονιορτοθύελλα
|
dynamic load-bearing surfaceδυναμική φέρουσα επιφάνεια
|