Κυριακή, 19 Μάιος 2024, 2:04 πμ
Ιστότοπος: Σχολή Πολιτικής Αεροπορίας
Μάθημα: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms /ABRIVIATION LIST (ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΔΕΚ (ΑΤΜ))
Γλωσσάριο: Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms
E
e-learning // ELηλεκτρονική μάθηση, πληροφορικοπαγής εκπαίδευση
|
early termination of trainingπρόωρη λήξη εκπαίδευσης, πρόωρος τερματισμός εκπαίδευσης
|
EATMN softwareλογισμικό EATMN, λογισμικό ΕΔΔΕΚ
|
effective intensityενεργός ένταση
|
efficiencyαποδοτικότητα, απόδοση
|
electronic flight instrument system // EFISηλεκτρονικό σύστημα οργάνων πτήσης
|
elevated heliportυπερυψωμένο ελικοδρόμιο
|
elevationυψόμετρο
|
elevatorπηδάλιο ανόδου - καθόδου
|
eligible interrogator codeεπιλέξιμος κωδικός ερωτηματοθέτησης
|
eligible mode s interrogatorεπιλέξιμος ερωτηματοθέτης τρόπου λειτουργίας S
|
ellipsoid heightελλειψοειδές σχτικό ύψος
|
embeddedενσωματωμένος, περιεχόμενος [σε]
|
emergencyέκτακτη ανάγκη
|
emergency equipmentεξοπλισμός έκτακτκης ανάγκης
|
emergency evacuationεκκένωση έκτακτης ανάγκης
|
emergency exitέξοδος κινδύνου
|
emergency locator transmitter // ELTπομπός εντοπισμού έκτακτης ανάγκης
|
emergency mode (in the context of contingency)περίπτωση έκτακτης ανάγκης
|
emergency phaseφάση έκτακτης ανάγκης
|
emergency planσχέδιο έκτακτης ανάγκης
|
emergency response plan // ERPσχέδιο αντιμετώπισης έκτακτης ανάγκης
|
emergency situationκατάσταση έκτακτης ανάγκης
|
empty standκενή θέση [στάθμευσης]
|
en-route alternateεναλλακτικό επί διαδρομής [αεροδρόμιο]
|
en-route chargeτέλη διαδρομής
|
en-route charging zoneζώνη χρέωσης [τελών] διαδρομής
|
en-route clearanceεξουσιοδότηση διαδρομής
|
enableδραστικοποιώ
|
enablerδραστικοποιητής
|
encode (to)κωδικοποιώ
|
engine fireφωτιά στον κινητήρα, πυρκαγιά στον κινητήρα
|
engine run-upδοκιμή κινητήρα
|
enrouteεπί διαδρομής
|
ensure (to)εξασφαλίζω, διασφαλίζω
|
entry fixσταθερό σημείου εισόδου
|
equipmentεξοπλισμός
|
equityδικαιοσύνη, αμεροληψία
|
errorσφάλμα, λάθος
|
error managementδιαχείριση σφαλμάτων
|
established (on ILS)ευθυγραμμισμένος (στο ILS)
|
estimate (to)υπολογίζω [κατ΄ εκτίμηση], εκτιμώ
|
estimate // ESTυπολογιζόμενος χρόνος, εκτιμώμενος χρόνος
|
estimate dataκατ’ εκτίμηση δεδομένα, υπολογιζόμενα στοιχεία
|
estimate messageμήνυμα υπολογιζόμενου χρόνου, μήνυμα εκτιμώμενου χρόνου
|
estimated elapsed time // EETυπολογιζόμενη χρονική διάρκεια, εκτιμώμενη χρονική διάρκεια
|
estimated off-block dateυπολογιζόμενη ημερομηνία αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης, εκτιμώμενη ημερομηνία αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης
|
estimated off-block timeυπολογιζόμενη ώρα αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης, εκτιμώμενη ώρα αναχώρησης από τη θέση στάθμευσης
|
estimated time of arrival // ETAυπολογιζόμενη ώρα άφιξης, εκτιμώμενη ώρα άφιξης
|
estimated time of departure // ETDυπολογιζόμενη ώρα αναχώρησης, εκτιμώμενη ώρα αναχώρησης
|
estimating arrivalυπολογιζόμενη [ώρα] άφιξη[ς], εκτιμώμενη [ώρα] άφιξη[ς]
|
estimating departureυπολογιζόμενη [ώρα] αναχώρηση[ς], εκτιμώμενη [ώρα] αναχώρηση[ς]
|
etops en-route alternateεναλλακτικό επί διαδρομής για etops
|
eurocontroleurocontrol
|
eurocontrol safety regulatory requirements // ESARRρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας [του eurocontrol]
|
european agency for aviation // EAAΕυρωπαϊκός Οργανισμός για την Αεροπορία
|
european air navigation planning group // EANPGομάδα σχεδιασμού ευρωπαϊκής αεροναυτιλίας
|
european air traffic management // EATMευρωπαϊκή διαχείριση [της] εναέριας κυκλοφορίας
|
european air traffic management network // EATMNευρωπαϊκό δίκτυο διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας // ΕΔΔΕΚ
|
european air traffic management network softwareλογισμικό ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας
|
european aviation safety agency // EASAΕυρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας
|
european civil aviation conference // ECACΕυρωπαϊκή [Συν]Διάσκεψη Πολιτικής Αεροπορίας
|
european defence agencyΕυρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας
|
european geostationary navigation overlay service // EGNOSευρωπαϊκή υπηρεσία υπέρθεσης για τη γεωστατική πλοήγηση
|
european organisation for civil aviation equipment // EUROCAEΕυρωπαϊκός Οργανισμός Εξοπλισμού Πολιτικής Αεροπορίας
|
european organisation for the safety of air navigation // EUROCONTROLΕυρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας
|
european route network improvement planσχέδιο βελτίωσης του ευρωπαϊκού δικτύου διαδρομών
|
european transport workers' federation // ETFΕυρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές
|
evacuationεκκένωση
|
evaluationαποτίμηση, αξιολόγηση
|
examinationεξέταση
|
examinerεξεταστής
|
excursionυπέρβαση ορίων
|
execute (to)εκτελώ
|
execution (in the context of contingency planning)εκτέλεση
|
exit fixσταθερό σημείο εξόδου
|
expected approach time // EATαναμενόμενος χρόνος προσέγγισης
|
expedite (to)επιταχύνω
|
explain (to)ε[πε]ξηγώ
|
extended arrival managementεκτεταμένη διαχείριση αφίξεων
|
external fireεξωτερική φωτιά (σε αεροσκάφος), εξωτερική πυρκαγιά (σε αεροσκάφος)
|
extract (to)εξάγω
|
extrapolate (to)υπολογίζω κατά παρέκταση
|