divert arrival

άφιξη [εξ] εκτροπής, άφιξη κατόπιν αλλαγής προορισμού

» Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms