quality assurance // QA

διασφάλιση [της] ποιότητας, εγγύηση [της] ποιότητας

» Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms