Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ) - ΑΤΜ glossary of terms
Το παρόν λεξικό εκπονήθηκε από την ΟΜΕΟΔΕΚ με την επιστημονική συνδρομή της ΕΛΕΤΟ. Η απόδοση των όρων αποτελεί απλώς μια τεκμηριωμένη πρόταση της ομάδας μέσα σε ένα πολύ συγκεκριμένο ορολογικό πλαίσιο και φυσικά δεν υπαγορεύει την μονοσήματη χρήση τους. Το εν λόγω έργο έχει στόχο να αποτελέσει ένα ενιαίο και διαχρονικό ορολογικό πλαίσιο στο πεδίο της ΔΕΚ, που θα εξυπηρετεί σκοπούς όπως η ποιότητα στην σύνταξη αλλά και η μετάφραση κανονιστικών κειμένων, η κατοχύρωση και πιστοποίηση της Ελληνικής γλώσσας, η εκπαίδευση του προσωπικού, η αρτιότερη επικοινωνία κλπ
Λέξεις σε
παρένθεση (...) χρησιμοποιούνται ως διυκρινιστικοί προσδιορισμοί που μπορεί να
είναι απαραίτητοι σε συγκεκριμένες περιπτώσεις
Λέξεις σε αγκύλη [...] καταδεικνύουν προαιρετικές πρόσθετες λέξεις των οποίων η χρήση μπορεί να κρίνεται σκόπιμη σε ορισμένες περιπτώσεις
Για επικοινωνία με την ΟΜΕΟΔΕΚ (για σχόλια, παρατηρήσεις, προτάσεις νέων όρων κλπ) στείλτει email στο: omeodek@gmail.com
Ειδικά | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Υ | Φ | Χ | Ψ | Ω | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | 0 | 1 | 2 | 3 | 4 | 5 | 6 | 7 | 8 | 9 | ΟΛΑ
R |
---|
radarραντάρ
| |
radar approachπροσέγγιση ραντάρ
| |
radar blipμπλίπ ραντάρ
| |
radar clutterπαράσιτο ραντάρ, παρασιτικό σήμα ραντάρ
| |
radar contactεπαφή ραντάρ
| |
radar controlέλεγχος [με] ραντάρ
| |
radar controllerελεγκτής ραντάρ
| |
radar displayοθόνη ραντάρ, απεικόνιση ραντάρ
| |
radar echoηχώ ραντάρ
| |
radar headingπορεία ραντάρ
| |
radar identificationαναγνώριση ραντάρ
| |
radar mapχάρτης ραντάρ
| |
radar monitoringπαρακολούθηση ραντάρ
| |
radar position symbol // RPSσύμβολο θέσης ραντάρ
| |
radar responseαπόκριση ραντάρ
| |
radar separationδιαχωρισμός ραντάρ
| |
radar serviceυπηρεσία ραντάρ
| |
radar trackίχνος ραντάρ
| |
radar track positionθέση ίχνους ραντάρ
| |
radar trackingιχνηλάτηση ραντάρ
| |
radar unitμονάδα ραντάρ
| |
radar vectoringκαθοδήγηση ραντάρ
| |
radio beaconραδιοφάρος
| |
radio bearingραδιοδιόπτευση
| |
radio direction findingραδιογωνιομετρία
| |
radio navigationραδιοπλοήγηση
| |
radio navigation serviceυπηρεσία ραδιοπλοήγησης
| |
radioactive cloudραδιενεργό νέφος
| |
radiocommunication failure // RCFαπώλεια ραδιοεπικοινωνίας
| |
radiodeterminationραδιοεπισήμανση, ραδιοεντοπισμός
| |
radiotelephony // RTFραδιοτηλεφωνία
| |
radomeκαλύπτρα
| |
rainβροχή
| |
ramjetαυλωθητήρας
| |
ramjet engineαυλωθητήρας
| |
rampπίστα
| |
rapid exit taxiwayτροχόδρομος ταχείας εξόδου
| |
rate of climb // ROCβαθμός ανόδου, ρυθμός ανόδου
| |
rate of descent // RODβαθμός καθόδου, ρυθμός καθόδου
| |
rated air traffic controllerειδικευμένος ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας, ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας κάτοχος ειδικότητας
| |
ratingειδικότητα
| |
rating endorsementκαταχώριση ειδικότητας
| |
rating trainingεκπαίδευση ειδικότητας
| |
readableαντιληπτός
| |
readbackεπανάληψη [για επιβεβαίωση ορθής λήψης]
| |
real equipment // REπραγματικός εξοπλισμός
| |
real-timeπραγματικός χρόνος
| |
receiver autonomous integrity monitoring // RAIMαυτόνομη παρακολούθηση ακεραιότητας δέκτη
| |
receiving controllerλαμβάνων ελεγκτής
| |
receiving unitλαμβάνουσα μονάδα
| |
recent weatherπρόσφατος καιρός
| |
recognise (to)αναγνωρίζω
| |
record (to)καταγράφω
| |
recovery [to normal perations] (in the context of contingency)ανάκτηση [κανονικής λειτουργίας], ανάκαμψη σε κανονική λειτουργία
| |
reduced vertical separation minimum // RVSMμειωμένο ελάχιστο κατακόρυφου διαχωρισμού
| |
regional air navigation plan // ANPσχέδιο περιοχικής αεροναυτιλίας
| |
regional supplementary procedures // SUPPSπεριοχικές συμπληρωματικές διαδικασίες
| |
regular stationκανονικός σταθμός
| |
rejected take-offματαιωθείσα απογείωση, ματαίωση απογείωσης
| |
rejected take-off areaπεριοχή ματαιωθείσας απογείωσης
| |
relate (to)σχετίζω
| |
relative humidityσχετική υγρασία
| |
relativesσυγγενείς
| |
relay (to)αναμεταδίδω
| |
releaseαποδέσμευση
| |
release timeχρόνος αποδέσμευσης
| |
reliabilityαξιοπιστία
| |
remedial trainingενισχυτική εκπαίδευση
| |
rendering (a licence) validεπικύρωση (πτυχίου)
| |
renewalανανέωση
| |
repetitive flight plan // RPLεπαναληπτικό σχέδιο πτήσης
| |
report formέντυπο αναφοράς
| |
reporting pointσημείο αναφοράς
| |
request flight plan // RQPαίτηση σχεδίου πτήσης
| |
request supplementary flight plan // RQSαίτηση συμπληρωματικού σχεδίου πτήσης
| |
required ATM system performance // RASPαπαιτούμενη επίδοση συστημάτων ΔΕΚ
| |
required communication performance // RCPαπαιτούμενη επίδοση επικοινωνιών
| |
required communication performance type // RCP typeτύπος απαιτούμενης επίδοσης επικοινωνιών
| |
required navigation performance // RNPαπαιτούμενη επίδοση ναυτιλίας
| |
required navigation performance typeτύπος απαιτούμενης επίδοσης ναυτιλίας
| |
required total system performance // RTSPαπαιτούμενη συνολική επίδοση συστήματος
| |
required ΑΤΜ performance // RAPαπαιτούμενη επίδοση ΔΕΚ
| |
requirements (in the context of contingency)απαιτήσεις
| |
requirements validityεγκυρότητα απαιτήσεων
| |
rescue and fire fighting // RFFδιάσωση και πυρόσβεση
| |
rescue coordination centre // RCCκέντρο συντονισμού διάσωσης, κέντρο συντονισμού έρευνας και διάσωσης
| |
rescue unitμονάδα διάσωσης, μονάδα έρευνας και διάσωσης
| |
resolution advisory indication // RAένδειξη σύστασης για αποφυγή εμπλοκής, ένδειξη συμβουλής επίλυσης
| |
respond (to)αποκρίνομαι
| |
response timeχρόνος απόκρισης
| |
restricted areaπεριορισμένη περιοχή
| |
revalidationεπανεπικύρωση, εκ νέου επικύρωση
| |
revalidation trainingεκπαίδευση επανεπικύρωσης
| |
reverse pitchανάστροφο βήμα
| |
reverse thrustανάστροφη ώση
| |
reversion timeχρόνος επανόδου
| |
right-of-wayπροτεραιότηττα
| |
rimeομιχλοκρύσταλλοι
| |
riskδιακινδύνευση, ρίσκο
| |
risk managementδιαχείριση διακινδύνευσης, διαχείριση ρίσκου
| |
risk mitigationμετριασμός διακινδύνευσης, μετριασμός ρίσκου
| |
roadδρόμος
| |
road holding positionσημείο κράτησης οδικής κυκλοφορίας
| |
role-play // Roleπαιχνίδι ρόλων
| |
rollδιατοιχισμός , περιστροφή / κλίση στροφής
| |
roll (to)στριφογυρίζω, κινούμαι προς τα εμπρός (τσουλάω)
| |
rotorστροφείο
| |
rotor washαπόρρευμα στροφείου
| |
routeδιαδρομή
| |
route and traffic orientationγενικός προσανατολισμός περί διαδρομών και κυκλοφορίας
| |
route chargesτέλη διαδρομής
| |
route descriptionπεριγραφή διαδρομής
| |
route networkδίκτυο διαδρομών
| |
route segmentτμήμα διαδρομής
| |
route stageσκέλος διαδρομής
| |
routineσυνήθης, τακτικός
| |
routine inspectionτακτική επιθεώρηση
| |
routine weather reports broadcast on VHF // VOLMETεκπομπή στα VHF συνήθων αναφορών καιρού , εκπομπή στα VHF τακτικών αναφορών καιρού
| |
routine [meteorological] reportσυνήθης [μετεωρολογική] αναφορά, τακτική [μετεωρολογική] αναφορά
| |
routingόδευση, δρομολόγηση
| |
routing areaπεριχοχή οδεύσεων
| |
rudderπηδάλιο διεύθυνσης
| |
run-upδοκιμή κινητήρα
| |
runwayδιάδρομος
| |
runway centreline[κεντρικός] άξονας διαδρόμου, κεντρική γραμμή διαδρόμου
| |
runway contaminationρύπανση διαδρόμου, επικαθίσεις διαδρόμου
| |
runway depositsσυσσωρεύσεις διαδρόμου
| |
runway designatorενδείκτης διαδρόμου
| |
runway edge lightingπλευρικός φωτισμός διαδρόμου, φωτισμός πλευρικού άκρου διαδρόμου
| |
runway end safety area // RESAπεριοχή ασφαλείας τέλους διαδρόμου, περιοχή ασφαλείας πέρατος διαδρόμου
| |
runway excursionυπέρβαση ορίων διαδρόμου
| |
runway foamingεπίστρωση διαδρόμου με αφρό
| |
runway guard lightsπροειδοποιητικά φώτα προστασίας διαδρόμου
| |
runway holding positionσημείο κράτησης διαδρόμου
| |
runway in useεν χρήσει διάδρομος, διάδρομος σε χρήση
| |
runway incursionπαρείσφρηση στον διάδρομο
| |
runway shoulderέρεισμα διαδρόμου
| |
runway stripλωρίδα διαδρόμου
| |
runway turn padπέλμα στροφής διαδρόμου
| |
runway visual range // RVRορατή εμβέλεια διαδρόμου, ορατή απόσταση διαδρόμου
| |